Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

Ολυμπία Παπαφίλη, Το νέο Σύνταγμα της Αιγύπτου



ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σύντομη ιστορία της νεώτερης Αιγύπτου
  Ορόσημο στην νεώτερη ιστορία της Αιγύπτου αποτελεί το πραξικόπημα των ΄΄Ελεύθερων Αξιωματικών΄΄ υπό τον Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, στις 23 Ιουλίου του 1952. Εώς τις αρχές της δεκαετίας του 1950, η Αίγυπτος θεωρούνταν μια χώρα υπανάπτυκτη, ενώ ήταν υποτελής οικονομικά και στρατιωτικά στους Βρετανούς.[1] Πιέσεις και εξεγέρσεις ανάγκασαν τη Βρετανία να ανακηρύξει την Αίγυπτο ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, αφού πρώτα εξασφάλισε τα δικαιώματά της πάνω στη διώρυγα του Σουέζ και στην άμυνα της  χώρας.[2]
  Ο ρόλος του βρετανικού παράγοντα είχε ως αποτέλεσμα την όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των φιλελεύθερων εθνικιστών και της φιλοδυτικής μοναρχίας, ενώ έκανε επιτακτικό το αίτημα για ανατροπή του παραδοσιακού κατεστημένου και απελευθέρωση από τον βρετανικό ζυγό. Η επιτροπή των ΄΄Ελεύθερων Αξιωματικών΄΄, συστάθηκε στα τέλη του 1949 και αποτελούσε μια νέα πολιτική και στρατιωτική δύναμη, τα μέλη της οποίας επιθυμούσαν αλλαγή της πολιτικής κατάστασης και κατάληψη της εξουσίας.[3] Μετά την επιτυχή έκβαση του πραξικοπήματος συγκροτήθηκε το Συμβούλιο Επαναστατικής Διοίκησης, το οποίο θέσπισε τον Αγροτικό Νόμο υπέρ των μικροκαλλιεργητών και των άκληρων χωρικών, κατήργησε το Σύνταγμα του 1923, σύμφωνα με το οποίο η Αίγυπτος αποτελούσε κοινοβουλευτική μοναρχία και απαγόρευσε την λειτουργία όλων των πολιτικών κομμάτων.
  Στις αρχές του 1956, ο Νάσερ ενέκρινε τη θέσπιση συντάγματος, το οποίο καθιέρωνε προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης, διακήρυττε ότι το κράτος είναι υπεύθυνο για τον σχεδιασμό της οικονομίας, προέβλεπε την ίδρυση του κόμματος της Εθνικής Ένωσης και μιας Εθνοσυνέλευσης με περιορισμένες αρμοδιότητες, ενώ καθιστούσε τον στρατό υπέρτατο ρυθμιστή του δημόσιου βίου. Κατά τη δεκαετία του 1960, το καθεστώς Νάσερ έλαβε πολλά κοινωνικά μέτρα, τα οποία μετέβαλαν τις οικονομικές και κοινωνικές δομές της Αιγύπτου και έγιναν δεκτά με ικανοποίηση από πλατιά στρώματα του πληθυσμού. Μεταξύ άλλων, κρατικοποίησε επιχειρήσεις, τράπεζες και εταιρίες μεταφορών, απαλλοτρίωσε μεγάλες εκτάσεις γής, κατασκεύασε το ζωτικής σημασίας για την οικονομία της Αιγύπτου φράγμα του Ασουάν, παραχώρησε δικαιώματα στους εργαζόμενους και στις γυναίκες, καθιέρωσε τη δωρεάν και υποχρεωτική εκπαίδευση, χορήγησε επιδόματα ανεργίας και συντάξεις γήρατος, ενώ επεξέτεινε τις δημόσιες υπηρεσίες υγείας.
  Τον Νάσερ διαδέχτηκε στην εξουσία, ύστερα από τον αιφνίδιο θάνατό του, το 1970, ο Ανουάρ Σαντάτ, κύριο μέλος της ομάδας των Ελεύθερων Αξιωματικών. Ο Σαντάτ απομακρυνόμενος από τις οικονομικές και πολιτικές αρχές του νασερισμού, εισήγαγε την Διορθωτική Επανάσταση, επιτρέποντας τον πολυκομματισμό και ακολουθώντας πολιτική ανοίγματος στις αγορές με στόχο την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων.[4] Η πολιτική λιτότητας του Σαντάτ σε συνδυασμό με την παγκόσμια οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1970, όξυνε τις κοινωνικές ανισότητες στην Αίγυπτο και έπληξε τα φτωχά εργατικά στρώματα της αιγυπτιακής κοινωνίας.
  Κατά την διάρκεια της προεδρίας του, ο Σαντάτ οδήγησε την Αίγυπτο στην απελευθέρωση των περιοχών που είχε καταλάβει το Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967, ενώ υπέγραψε την ισραηλινο-αιγυπτιακή Συνθήκη Ειρήνης, το 1979.[5] Η Αίγυπτος έγινε η πρώτη χώρα του αραβικού κόσμου που αναγνώρισε το κράτος του Ισραήλ, γεγονός που κατέστησε τον Σαντάτ εξαιρετικά μισητό μεταξύ των Αράβων και οδήγησε στην αποβολή της Αιγύπτου από την Αραβική Ένωση∙ θεωρήθηκε προδότης της ιδέας του παναραβισμού και δολοφονήθηκε από φανατικούς ισλαμιστές κατά την διάρκεια στρατιωτικής εκδήλωσης στο Κάϊρο, το 1981.
  Μετά τη δολοφονία του  Σαντάτ, ο Χόσνι Μουμπάρακ, πρώην αξιωματικός της πολεμικής αεροπορίας, έγινε ο 4ος Πρόεδρος της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου και πρόεδρος του Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος.[6] Ο Μουμπάρακ προσπάθησε να ανακόψει την ανοδική πορεία των ισλαμιστών, βάζοντας στο στόχαστρο επαναστατικές ισλαμικές οργανώσεις, ενώ από το 1981 είχε κηρύξει την χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.[7] Κατά την περίοδο της τριαντάχρονης προεδρίας του, η Αίγυπτος έγινε ξανά δεκτή στους κόλπους του Αραβικού Συνδέσμου, ενώ για τη Δύση, αποτελούσε ένα ισχυρό στήριγμα σε μια περιοχή ζωτικής σημασίας για τα δυτικά συμφέροντα.[8] Σε αντάλλαγμα, η ξένη βοήθεια έρεε προς την Αίγυπτο κυρίως με τη μορφή στρατιωτικών και οικονομικών παροχών. Σε ότι αφορά το εσωτερικό, τα προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων που προώθησε ο Μουμπάρακ και η νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική που ακολούθησε,[9] διεύρυναν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών και έπληξαν τα πλατιά στρώματα της αιγυπτιακής κοινωνίας∙ ο ίδιος κατηγορήθηκε για νεποτισμό, διώξεις των πολιτικών του αντιπάλων και καταστολή της αντιπολίτευσης.

ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Η εξέγερση στην Αίγυπτο και ο ρόλος της Αδελφότητας
  
  Κατά την διάρκεια ενός αυταρχικού καθεστώτος τόσων δεκαετιών, στους κόλπους της αιγυπτιακής κοινωνίας αναπτύχθηκαν πολλά κινήματα γυναικών, νέων, φοιτητών, εργατών και δικηγόρων, θέτοντας στο επίκεντρο βασικά ζητήματα πολιτικής ελευθερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης.[10] Από πλευράς κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, η φιλελευθεροποίηση της  οικονομίας, το άνοιγμα των αγορών και οι ιδιωτικοποιήσεις κατά την δεκαετία του 1990,[11] κατέστρεψαν την περίθαλψη και τα όποια κοινωνικά στοιχεία είχαν απομείνει από το νασερικό καθεστώς. 
  Η σοβαρότητα των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων, που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η αιγυπτιακή κοινωνία, όπως φτώχεια, ανεργία, ανισοκατανομή πλούτου, οδήγησε από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 σε μαζικές διαμαρτυρίες με συνθήματα κατά της φτώχειας, της διαφθοράς, της ακρίβειας, της ανεργίας και της αστυνομικής βίας. Η βιομηχανική περιοχή Μαχάλα Ελ-Κόμπρα στο Δέλτα του Νείλου, με κύρια δραστηριότητα την υφαντουργία, γνώρισε μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις, το 2006, το 2007 και κυρίως τον Απρίλιο του 2008, οι οποίες πυροδοτήθηκαν από τις άθλιες συνθήκες ζωής των εργατών και των οικογενειών τους. [12]Σημαντικές ήταν οι πρωτοβουλίες της νεολαίας των μεγαλουπόλεων αλλά και κινημάτων κοινωνικής διαμαρτυρίας, τα οποία κάλεσαν σε εκδηλώσεις συμπαράστασης προς τους εξεγερμένους απεργούς, με αποκορύφωμα το κάλεσμα σε γενική απεργία συμπαράστασης στις 6 Απριλίου.[13] Δημοκρατία, κράτος δικαίου, καταδίκη της διαφθοράς και κοινωνική δικαιοσύνη, αποτελούσαν τα βασικά αιτήματα και της εξέγερσης του 2011, όταν χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους ακολουθώντας το παράδειγμα της Τυνησίας, πραγματοποιώντας διαδηλώσεις κυρίως στο Κάϊρο, την Αλεξάνδρεια, το Σουέζ, αλλά και σε άλλες πόλεις. [14]
  Μετά τις ταραχώδεις διαδηλώσεις του Ιανουαρίου του 2011 και την κατάρρευση του καθεστώτος Μουμπάρακ, οι στρατιωτικές δυνάμεις κατέλαβαν τον πολιτικό έλεγχο και η εξουσία μεταβιβάστηκε στο Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων (SCAF). Προσωρινός πρόεδρος ανέλαβε τον Φεβρουάριο του 2011, ο στρατιωτικός Μοχάμεντ Χουσεΐν Ταντάουϊ και υπουργός Άμυνας του καθεστώτος Μουμπάρακ για περισσότερα από 20 χρόνια. Το SCAF διέλυσε το κοινοβούλιο, ανέστειλε το σύνταγμα και διατήρησε τον έλεγχο της χώρας ως τη διεξαγωγή των βουλευτικών και προεδρικών εκλογών, υποσχόμενο μετάβαση σε ένα δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης.[15] Ωστόσο, κατά την διάρκεια της θητείας τους στην κυβέρνηση, οι στρατιωτικοί πολύ λίγο εργάστηκαν για την επιστροφή της Αιγύπτου σε καθεστώς δημοκρατικού βίου∙ ο στρατός κινήθηκε με στόχο την διατήρηση των δικών του συμφερόντων,[16] δημιουργώντας συμμαχίες με εκπροσώπους των ισλαμιστών - που αποτελούσαν βασικά την αντιπολίτευση - αλλά και του παλαιού καθεστώτος, αφήνοντας στο περιθώριο τις επαναστατικές δυνάμεις.
  Τον Νοέμβριο του 2011 ξεκίνησαν οι πρώτες εκλογές μετά την ανατροπή του προέδρου Μπουμπάρακ. Στο διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου του 2011 και Ιανουαρίου του 2012, διεξήχθησαν οι  εκλογές για την ανάδειξη των μελών της  Εθνοσυνέλευσης. Η Δημοκρατική Συμμαχία της Αιγύπτου, ένας εκλογικός συνασπισμός στον οποίο συμμετείχε και το προερχόμενο από τους κόλπους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, Κόμμα Ελευθερίας και Δικαιοσύνης, αλλά και άλλοι πολιτικοί σχηματισμοί, κέρδισε το 37,5% των ψήφων (225 επί συνόλου 498 εδρών που εκλέγονται, συμπεριλαμβανομένων και 216  εδρών για το Κόμμα Ελευθερίας και Δικαιοσύνης).[17]
   Οι προεδρικές εκλογές διεξήχθησαν μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου του 2012 και πρόεδρος εξελέγη ο ισλαμιστής Μοχάμεντ Μόρσι, από το Κόμμα Ελευθερίας και Δικαιοσύνης, το οποίο κέρδισε το 24,78% των ψήφων στον πρώτο γύρο και το 51,73% στον δεύτερο, έναντι του Αχμέντ Σαφίκ, πρώην αρχηγού της Πολεμικής Αεροπορίας και τελευταίου πρωθυπουργού του Μουμπάρακ.[18] Η αντιπολίτευση, η οποία περιλαμβάνει ετερόκλητες μεταξύ τους δυνάμεις, [19] στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, συγκέντρωσε το 50% των ψήφων. Παρ’ όλα αυτά οι μεταξύ τους έριδες και η αδυναμία ενοποίησης τους, ευνόησαν την άνοδο των ισλαμιστών αλλά και του ΄΄κοσμικού΄΄ στρατηγού Σαφίκ, εκπρόσωπο του παλαιού καθεστώτος. Η αποχή ωστόσο ήταν μεγάλη, καθώς συμμετείχε μόλις το 1/3 των Αιγύπτιων ψηφοφόρων.[20]
   Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι κατά την διάρκεια των προεδρικών εκλογών, το SCAF επανέφερε τον στρατιωτικό νόμο και το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάσισε την διάλυση του κοινοβουλίου μόλις πέντε μήνες μετά την ανάδειξη του. Η ακύρωση των βουλευτικών εκλογών του Ιανουαρίου του 2012, τις οποίες είχαν κερδίσει με συντριπτική πλειοψηφία οι ισλαμιστές και η διάλυση του κοινοβουλίου από τους στρατιωτικούς, έβγαλε χιλιάδες διαδηλωτές στους δρόμους και καταγγέλθηκε ως πραξικόπημα, ενώ ο νέος πρόεδρος ορκίστηκε όχι ενώπιον της εκλεγμένης Βουλής, αλλά ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Ο στρατός παρέδωσε επίσημα την εξουσία στον νέο πρόεδρο Μόρσι τον Ιούνιο του 2012, παρ’ όλα αυτά εξακολούθησε να διατηρεί την θέση ισχύος του στο νέο σύστημα διακυβέρνησης και να εμφανίζεται ως παράγοντας σταθερότητας και τάξης.[21] 
  Οι ένοπλες δυνάμεις αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτικής ζωής της Αιγύπτου, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο τόσο στην οικονομία όσο και στην ασφάλεια της χώρας∙ ο στρατός δέχεται μεγάλες αμερικανικές επιδοτήσεις και έχει υπό τον πλήρη έλεγχο και δικαιοδοσία του τεράστιες βιομηχανικές μονάδες και επιχειρήσεις. Οι Η.Π.Α. προσφέρουν στην Αίγυπτο περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ το χρόνο σε στρατιωτική βοήθεια, σε αντάλλαγμα για την ειρηνευτική συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ υπό την αιγίδα της Ουάσινγκτον το 1979.[22] Ο πρώην πρόεδρος της Αιγύπτου, στενός συνεργάτης των Η.Π.Α, είχε τηρήσει τη συμφωνία επί 30 χρόνια μέχρι την ανατροπή του το 2011.
  Τον Ιούνιο του 2009, ο αμερικανός πρόεδρος, στην περίφημη ομιλία του στο Πανεπιστήμιο του Καΐρου, απευθυνόμενος προς τον μουσουλμανικό κόσμο, προσπάθησε να οριοθετήσει ένα «νέο ξεκίνημα» στις σχέσεις μεταξύ Η.Π.Α. και Ισλάμ, δηλώνοντας ότι οι Η.Π.Α. θα στηρίξουν τον αγώνα για δημοκρατία στον αραβικό κόσμο.[23] Το άνοιγμα του προέδρου Ομπάμα στους Αδελφούς Μουσουλμάνους ξεκίνησε θέτοντας ζητήματα δημοκρατίας, θρησκευτικών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Από την πλευρά της η Αδελφότητα, από την στιγμή που ήρθε στο προσκήνιο, επιχειρεί να δείξει ότι είναι μια αξιόπιστη δύναμη, την οποία η Δύση μπορεί να εμπιστεύεται για τον εκδημοκρατισμό και την οικοδόμηση μιας σύγχρονης Αιγύπτου[24]. Ένα δισεκατομμύριο δολάρια από το χρέος της Αιγύπτου θα διαγράψει μονομερώς η αμερικανική κυβέρνηση, διευκολύνοντας τις προσπάθειες του προέδρου Μόρσι και θέτοντας μια σταθερή βάση για μακροπρόθεσμες σχέσεις μεταξύ Η.Π.Α και Αιγύπτου[25]. Ο νέος πρόεδρος, από την πλευρά του, έχει υποσχεθεί πως θα τηρήσει όλες τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα του, στις οποίες περιλαμβάνεται και η συνθήκη με το Ισραήλ.[26]
  Η φίλα προσκείμενη στην τωρινή προεδρία, Μουσουλμανική Αδελφότητα, αποτελεί  συστατικό στοιχείο της κοινωνίας της Αιγύπτου, ενώ κατάφερε να αναδειχθεί μέσω μιας στρατηγικής συμμαχιών στη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη, μετά την πτώση του προέδρου Μουμπάρακ και να κατακτήσει την εξουσία.[27] Αν και επί δεκαετίες καταπιέστηκαν από τους στρατιωτικούς, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα δίκτυο κοινωνικής προστασίας με τοπικές οργανώσεις, το οποίο παρέχει φθηνή εκπαίδευση και περίθαλψη σε υποβαθμισμένες περιοχές των μεγαλουπόλεων, δραστηριοποιούμενοι κυρίως στα τζαμιά, στα πανεπιστήμια και στα συνδικάτα[28].
  Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, είναι ένα κίνημα του σουνιτικού ισλάμ, το οποίο ιδρύθηκε στην Αίγυπτο το 1929, με οπαδούς και οργάνωση σε διάφορες χώρες. Ξεκίνησαν ως μια θρησκευτική κοινωνική οργάνωση, με στόχο το κήρυγμα του Ισλάμ, την διδασκαλία αναλφάβητων πληθυσμών, τη δημιουργία νοσοκομείων και την έναρξη εμπορικών επιχειρήσεων.[29] Ιδρυτής του κινήματος ήταν ο Χασάν Αλ-Μπάνα, σφοδρός πολέμιος της βρετανικής κυριαρχίας, των δυτικών αξιών και υποστηρικτής του πολιτικού Ισλάμ. Με βασικό πυρήνα  ΄΄το Ισλάμ είναι η λύση΄΄, οι διδασκαλίες του Μπάνα, πρέσβευαν ότι το Κοράνι αλλά και η ζωή του προφήτη Μωάμεθ, αποτελούν τον ιδανικό τρόπο ζωής για την κοινωνική και πολιτική οργάνωση.[30] Σε συνδυασμό με το ισλαμικό φιλανθρωπικό έργο, η Αδελφότητα αντιτέθηκε σθεναρά στη δυτική αποικιοκρατία, ενώ βοήθησε στην ανατροπή των φιλο-δυτικών μοναρχιών στην Αίγυπτο και σε άλλες μουσουλμανικές χώρες κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα.
  Την δεκαετία του 1980, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αναμείχθηκαν πιο ενεργά στην πολιτική ζωή[31] και συμμετείχαν στις αιγυπτιακές εκλογές ως ανεξάρτητοι για να παρακάμψουν το καθεστώς ημιπαρανομίας που τους είχε επιβληθεί, συνεργαζόμενοι με άλλα κόμματα και μη κυβερνητικούς οργανισμούς. Την δεκαετία του ΄90, κάποια μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, αποχωρούν από το κίνημα και δημιουργούν το ισλαμικό-φιλελεύθερο Κόμμα του Κέντρου. Στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2005, συμμετέχουν ως ανεξάρτητοι και καταφέρνουν να κερδίσουν το 20% των ψήφων, εκλέγοντας 88 βουλευτές.
  Το κίνημα των Αδελφών Μουσουλμάνων μπορεί να προκαλεί το φόβο ριζοσπαστικής ισλαμοποίησης, παρ’ όλα αυτά χρησιμοποιεί την θρησκεία ως πρόσχημα για να προωθήσει πολιτικά ζητήματα.  Κατά την διάρκεια της αιγυπτιακής εξέγερσης οι συμβιβασμοί της Αδελφότητας με τους στρατιωτικούς κατά την περίοδο διακυβέρνησής τους, έφεραν τα μέλη της στην εξουσία.[32] Αποτέλεσμα, η νέα κυβέρνηση να ενσωματώσει στο νέο Σύνταγμα βασικά αιτήματα των στρατιωτικών και να αυξήσει την επιρροή τους.

ΤΟ ΝΕΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
   
  Το νέο Σύνταγμα της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, αποτελεί τον θεμελιώδη νόμο της χώρας και υπογράφηκε από τον πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι  στις 26 Δεκεμβρίου του 2012,[33] μετά την έγκριση του από την Συντακτική Συνέλευση,[34] στις 30 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Το νέο κείμενο του Συντάγματος τέθηκε σε ισχύ ύστερα από την έγκρισή του σε δημοψήφισμα[35] στις 15 και  22 Δεκεμβρίου του 2012, σύμφωνα με το άρθρο 225 και έλαβε το 63,8% των ψήφων, ενώ στην διαδικασία έγκρισης συμμετείχε μόλις το 32,9% των εκλογέων. Το νέο Σύνταγμα, αντικαθιστά το Σύνταγμα του 1971, το οποίο ανεστάλη τον Ιανουάριο του 2011, μετά την λαϊκή εξέγερση, η οποία τερμάτισε την πολύχρονη εξουσία του Χόσνι Μουμπάρακ.
   Το Σύνταγμα και ο τρόπος με τον οποίο θεσπίστηκε έγινε επίκεντρο έντονων ταραχών και διαμαρτυριών, ενώ για την εγκυρότητα του δημοψηφίσματος η αντιπολίτευση αλλά και πολλοί δικαστικοί αντιπρόσωποι, καταγγέλλουν παραβιάσεις της εκλογικής νομοθεσίας. Η μεγαλύτερη δικαστική ένωση στην Αίγυπτο, το Σώμα των Δικαστών, κάλεσε τα μέλη της να μην παραστούν ως δικαστικοί αντιπρόσωποι στο δημοψήφισμα, υπονομεύοντας τόσο την εγκυρότητα αυτού όσο και του Συντάγματος.[36]
  Το νέο συνταγματικό κείμενο, το οποίο συντάχθηκε κυρίως από ισλαμιστές βουλευτές υποστηρικτές του προέδρου Μόρσι, ενώ το έχουν απορρίψει οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης,[37] υποστηρίζεται ότι περιορίζει τις αστικές ελευθερίες, προωθεί την επιβολή του ισλαμικού νόμου, χαρίζει εξουσίες στην Μουσουλμανική Αδελφότητα, δεν προστατεύει τις θρησκευτικές μειονότητες και δεν αναφέρεται με ουσιαστικό τρόπο στα δικαιώματα των γυναικών.[38] Η αιγυπτιακή κοινή γνώμη φάνηκε διχασμένη για το νέο Σύνταγμα, καθώς στους δύο γύρους του δημοψηφίσματος φανερώθηκαν βαθιές διαιρέσεις στην αιγυπτιακή κοινωνία.[39]
  Το νέο συνταγματικό κείμενο, κινείται στο πνεύμα του προηγούμενου Συντάγματος, χωρίς να περιλαμβάνει ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις, ικανές να αλλάξουν την πολιτική και κοινωνική κατάσταση της Αιγύπτου. Όπως και το Σύνταγμα του 1971,[40] βασίζεται στις αρχές της λαϊκής κυριαρχίας, της δημοκρατίας, του πολιτικού πλουραλισμού, της ισότητας και του κράτους δικαίου, ενώ περιλαμβάνει ένα μακρύ κατάλογο ελευθεριών και ατομικών δικαιωμάτων. Το νέο Σύνταγμα εισάγει κάποιες βελτιώσεις σε ότι αφορά την άσκηση κάποιων δικαιωμάτων, περιορισμούς στην προεδρική εξουσία, διαδικασίες ελέγχου της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, ενώ προβλέπει τη σύσταση ανεξάρτητων σωμάτων και ρυθμιστικών αρχών.
  Ταυτόχρονα όμως, περιλαμβάνει και αντίστοιχο αριθμό στοιχείων που προκαλούν ανησυχία. Ερωτήματα προκαλούνται σχετικά με την ΄΄εποπτεία΄΄ της πολιτικής ζωής από τον στρατό και τα προνόμια των ενόπλων δυνάμεων, τη θέση του ισλαμικού νόμου ως θεμελιακού στοιχείου της αιγυπτιακής δημοκρατίας, καθώς και τους περιορισμούς που θέτουν οι αρχές της sharia στην άσκηση δικαιωμάτων και ελευθεριών. Επίσης, προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι βασικά δικαιώματα, όπως αυτό του συνέρχεσθαι, της απεργίας, του συνδικαλισμού και της ελευθεροτυπίας, τίθενται υπό την αυστηρή αίρεση του νόμου, ενώ στα δικαστήρια εκχωρείται η δικαιοδοσία να τα περιορίζουν. 
 
Προοίμιο
  Σύμφωνα με το προοίμιο του νέου Συντάγματος,[41] ο λαός της Αιγύπτου, στο όνομα του αγαθού Θεού, έχοντας απορρίψει κάθε μορφή αδικίας, καταπίεσης, τυραννίας και δεσποτισμού και σε συνέχεια της Επανάστασης της 25ης Ιανουαρίου, διακηρύσσει την προσήλωσή του στις αρχές της λαϊκής κυριαρχίας, της δημοκρατίας βασισμένης στην ειρηνική μεταφορά της εξουσίας, του πολιτικού πλουραλισμού, του σεβασμού της ανθρώπινης αξίας, των δικαιωμάτων και ελευθερίων, της ελευθερίας, της ισότητας και του κράτους δικαίου. Επιπλέον, διακηρύσσεται πως η ενότητα, είναι η ελπίδα του αραβικού έθνους και μπορεί να επιτευχθεί μέσω του δεσμού με τις χώρες της Κοιλάδας του Νείλου και τον μουσουλμανικό κόσμο, ενώ το ισλαμικό πανεπιστήμιο Al-Azhar του Καΐρου, ορίζεται ως ο θεματοφύλακας της εθνικής ταυτότητας, της αραβικής γλώσσας και του ισλαμικού νόμου. Επιπλέον διακηρύσσεται η υποχρέωση διαφύλαξης της εθνικής ταυτότητας, καθώς αποτελεί την βάση οικοδόμησης μιας σύγχρονης Αιγύπτου, ενώ η προστασία του έθνους αποτελεί τιμή και καθήκον για τους Αιγύπτιους πολίτες.
ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Οι πολιτικές και κοινωνικές αρχές του νέου Συντάγματος
  Στο μέρος Ι του νέου Συντάγματος καθορίζονται οι σχέσεις κράτους και κοινωνίας και διακηρύσσονται οι πολιτικές, κοινωνικές, ηθικές και οικονομικές αρχές (άρθρα 1-30). Σύμφωνα με το άρθρο 1, η Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου, χαρακτηρίζεται ως ένα κυρίαρχο ανεξάρτητο κράτος με δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης, ενώ ο αιγυπτιακός λαός αποτελεί τμήμα του αραβικού και ισλαμικού έθνους. Η κυριαρχία ασκείται στο όνομα του λαού, ο οποίος οφείλει να την προστατεύσει, καθώς και να διαφυλάξει την εθνική ενότητα (άρθρο 5).
  Το άρθρο 2 παρέμεινε αμετάβλητο και ορίζει το Ισλάμ ως την επίσημη θρησκεία του κράτους και τον ισλαμικό νόμο (sharia), ως την κύρια πηγή της νομοθεσίας. Το νέο Σύνταγμα ορίζει για πρώτη φορά, ωστόσο, τις αρχές της sharia, αναφέροντας πως οι αρχές αυτές περιλαμβάνουν «τα συστατικά στοιχεία, τους κανόνες, τη νομολογία και τις πηγές» (άρθρο 219), που διέπουν το σουνιτικό Ισλάμ, την πλειοψηφία των μουσουλμάνων της Αιγύπτου. Το σουνιτικό δόγμα είναι το πλέον διαδομένο και το επικρατέστερο στις χώρες του αραβικού κόσμου. Οι σουνίτες δημιούργησαν τέσσερα ρεύματα ερμηνείας του ισλαμικού νόμου, το καθένα από τα οποία περιλαμβάνει σύνολο αποφάσεων, τρόπους σκέψης και μεθοδολογία γύρω από το ισλαμικό δίκαιο.[42]
  Σαρία σημαίνει ΄΄οδός΄΄ και υποδηλώνει τον ισλαμικό νόμο. Ο ισλαμικός νόμος είναι ο τρόπος ζωής στην ισλαμική κοινότητα, η οποία έχει κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα. Η σύμπλευση θρησκείας και κοινωνικών θεσμών στις χώρες όπου επικράτησε το ισλάμ είναι ιδιαίτερα έντονη. Ο θείος νόμος δεν αναφέρεται μόνο στα θρησκευτικά καθήκοντα του ατόμου αλλά καλύπτει και την δημόσια σφαίρα, αναφερόμενος στην πολιτική οργάνωση, τη χρηστή διακυβέρνηση και την κοινωνική δικαιοσύνη, καλύπτοντας σχεδόν όλους τους τομείς του δικαίου.[43]
   Το νέο Σύνταγμα δίνει σημαντική εξουσία στο επίσημα αναγνωρισμένο θρησκευτικό ίδρυμα του σουνιτικού Ισλάμ, Al-Azhar,[44] το αρχαιότερο πανεπιστήμιο στον αραβικό κόσμο, αναφέροντας πως οφείλεται να ζητείται η γνώμη των έγκριτων νομομαθών του για όλα τα θέματα που αφορούν την sharia. Σύμφωνα με το άρθρο 4, το Al-Azhar, αποτελεί ανεξάρτητο ινστιτούτο, διαθέτοντας αυτονομία επί των εσωτερικών του θεμάτων και είναι υπεύθυνο για την διαφύλαξη και διάδοση της ισλαμικής πίστης στην Αίγυπτο και σε όλο τον κόσμο.
  Σύμφωνα με το άρθρο 6, το πολιτικό σύστημα βασίζεται στις αρχές της δημοκρατίας, του πλουραλισμού, της διάκρισης των εξουσιών, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών και της ειρηνικής μεταφοράς της εξουσίας∙ σύμφωνα με το ίδιο άρθρο δεν είναι δυνατή η δημιουργία οποιουδήποτε πολιτικού κόμματος που κάνει διάκριση με βάση το φύλο, την θρησκεία ή την καταγωγή. Επίσης ένα σημαντικό στοιχείο του πολιτικού συστήματος, είναι και οι αρχές της σούρα, ενός είδους κοινοβουλίου, το οποίο έχει τις ρίζες του στις πρώτες κοινότητες του ισλάμ.[45] Ο θεσμός της shura κρινόταν απαραίτητος μέσα στην κοινότητα των πιστών (ούμμα), καθώς αποτελούσε την μοναδική διέξοδο για την επίλυση των διαφορών και επέτρεπε την επιβίωση της.
  Στο πλαίσιο των κοινωνικών και ηθικών αρχών (άρθρα 8-13), η πολιτεία εγγυάται τα μέσα για την διασφάλιση της δικαιοσύνης, της ισότητας και της ελευθερίας, ενώ δεσμεύεται να ενισχύσει την αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της κοινωνίας (άρθρο 8). Επιπλέον, στο άρθρο 9 το κράτος εγγυάται την ασφάλεια, την προστασία και τις ίσες ευκαιρίες για όλους τους πολίτες, χωρίς διακρίσεις. Η οικογένεια αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της κοινωνίας και στηρίζεται στην θρησκεία, στα χρηστά ήθη και την φιλοπατρία. Η πολιτεία δεσμεύεται ως προς την διατήρηση του γνήσιου χαρακτήρα της αιγυπτιακής οικογένειας, ως στοιχείου κοινωνικής συνοχής και την προστασία των παραδοσιακών οικογενειακών αξιών (άρθρο 10). Το ίδιο άρθρο δεσμεύει το κράτος ως προς την παροχή βοήθειας στις γυναίκες σε ότι αφορά το οικονομικό κόστος της μητρότητας και την εξισορρόπηση των οικογενειακών και επαγγελματικών ευθυνών. 
  Σχετικά με το θέμα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, στο προοίμιο του νέου Συντάγματος αναφέρεται πως η Αίγυπτος τηρεί την αρχή της ισότητας "για όλους τους πολίτες άνδρες και γυναίκες, χωρίς διάκριση ή ευνοιοκρατία ή προνομιακή μεταχείριση, τόσο σε ότι αφορά τα δικαιώματα όσο και τις υποχρεώσεις."  Το νέο συνταγματικό κείμενο περιέχει επίσης δύο άρθρα που εγγυώνται ίσα δικαιώματα και ευκαιρίες για όλους τους πολίτες, χωρίς ωστόσο να αναφέρονται ρητά στην απαγόρευση των διακρίσεων εις βάρος των γυναικών. Βάσει του άρθρου 9, ΄΄η πολιτεία προστατεύει και εξασφαλίζει ίσες ευκαιρίες για όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις΄΄, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 33, όλοι ΄΄οι πολίτες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου με ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, χωρίς διακρίσεις΄΄. Ειδικότερα, σε ότι αφορά το δικαίωμα στη εργασία, το άρθρο 63 ορίζει πως διασφαλίζεται για όλους τους πολίτες και ΄΄στηρίζεται στις αρχές της ισότητας, της δικαιοσύνης και των ίσων ευκαιριών΄΄.
  Σύμφωνα με το άρθρο 11 του Συντάγματος του 1971, το κράτος διασφάλιζε την ισότητα ανδρών και γυναικών στην πολιτική, κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική ζωή, υπό τον όρο ότι η εν λόγω αγωγή δεν παραβίαζε τις αρχές της sharia. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 40 του προηγούμενου Συντάγματος «όλοι οι πολίτες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, χωρίς διακρίσεις με βάση τη φυλή, την καταγωγή, τη γλώσσα, τη θρησκεία ή το δόγμα», χωρίς ωστόσο να αναφέρεται το φύλο ως  προϋπόθεση μη διάκρισης.
  Σύμφωνα με το άρθρο 11, το κράτος υποχρεούται να διαφυλάξει τα χρηστά ήθη και έθιμα, την δημόσια τάξη, τις θρησκευτικές και πατριωτικές αξίες της αιγυπτιακής κοινωνίας, την επιστημονική σκέψη, την αραβική κουλτούρα, καθώς και την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά του αιγυπτιακού λαού∙ επίσης, δεσμεύεται να προστατεύσει τα πολιτιστικά και γλωσσικά συστατικά της κοινωνίας και να προωθήσει την αραβοποίηση της εκπαίδευσης (άρθρο 12).  Η αραβική, ως επίσημη γλώσσα του κράτους (άρθρο 2), ορίζεται ως βασικό μάθημα σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, ενώ η θρησκευτική εκπαίδευση και η εθνική ιστορία αποτελούν πρωταρχικά μαθήματα σε όλα τα στάδια της προ-πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (άρθρο 60). Επιπλέον τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, θα πρέπει να δεσμεύονται ως προ την διδασκαλία των ηθικών αρχών και κανόνων, που αφορούν τις διάφορες ειδικότητες.
   Σε ότι αφορά τις οικονομικές αρχές (άρθρα 14-30), το νέο Σύνταγμα προβλέπει ότι η εθνική οικονομία θα πρέπει να οργανώνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται η διαρκής και σταθερή ανάπτυξη, η αύξηση του εθνικού εισοδήματος, καθώς και του επιπέδου διαβίωσης και να στοχεύει στην εξάλειψη της φτώχειας και της ανεργίας, στην αύξηση των ευκαιριών απασχόλησης και στην αύξηση της παραγωγής. Το αναπτυξιακό πρόγραμμα, θα πρέπει να λειτουργεί σύμφωνα με τις αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης και αλληλεγγύης, διασφαλίζοντας την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων, την ισομερή κατανομή των αγαθών, την προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών, τον διαχωρισμό του αναπτυξιακού κόστους μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας και την δίκαιη κατανομή των εσόδων (άρθρο 14). Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, οι μισθοί αποτελούν συνάρτηση της παραγωγής, ενώ το Σύνταγμα διασφαλίζει έναν κατώτατο μισθό, ικανό να εξασφαλίσει ένα ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης για όλους τους πολίτες και έναν ανώτατο μισθό για τις θέσεις στις κρατικές υπηρεσίες.
  Η γεωργία αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο της εθνικής οικονομίας και η πολιτεία οφείλει να προστατεύει την καλλιέργεια της γης, να ενισχύει την γεωργική παραγωγή, να εξασφαλίζει την ασφάλεια των τροφίμων και να υποστηρίζει τις γεωργικές επιχειρήσεις (άρθρο 15). Νόμος καθορίζει την χρήση της γης, ώστε να προστατεύονται οι καλλιεργητές-αγρότες και οι εργαζόμενοι στην γεωργία. Ομοίως, η βιομηχανία συνιστά σημαντικό κομμάτι της εθνικής οικονομίας και το κράτος υποχρεούται να στηρίζει την βιομηχανική ανάπτυξη και να εισάγει νέες τεχνολογικές εφαρμογές (άρθρο 17).
  Η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αποτελεί υποχρέωση του κράτους, το οποίο οφείλει να διαφυλάττει τους φυσικούς πόρους προς όφελος των μελλοντικών γενεών και να εξασφαλίζει την συνετή χρήση τους (άρθρα 18, 19, 20). Υπό τη προστασία του κράτους τελούν επίσης, η δημόσια, συνεταιριστική και ιδιωτική ιδιοκτησία, καθώς και τα κληροδοτήματα (άρθρο 21), τα δημόσια αποθεματικά (άρθρο 22), οι συνεταιρισμοί (άρθρο 23), καθώς και ασφαλιστικοί και συνταξιοδοτικοί πόροι (άρθρο 28). Σύμφωνα με το άρθρο 24, η ατομική ιδιοκτησία είναι απαραβίαστη, ενώ διασφαλίζεται το δικαίωμα κληρονομιάς. Η ατομική ιδιοκτησία δεν μπορεί να κατασχεθεί ( βλ. επίσης άρθρο 30), εκτός των περιπτώσεων που ορίζει ο νόμος και ύστερα από δικαστική εντολή. Κανείς δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια και πάντοτε αφού προηγηθεί αποζημίωση.
   Η κοινωνική δικαιοσύνη αποτελεί την βάση της φορολογίας, ενώ νόμος ορίζει την επιβολή, τροποποίηση και ανάκληση των δημοσίων φόρων (άρθρο 26). Σύμφωνα με το άρθρο 27, οι εργαζόμενοι έχουν μερίδιο στη διαχείριση και στα κέρδη των επιχειρήσεων, ενώ προβλέπεται η συμμετοχή τους κατά 50%, στα διοικητικά συμβούλια μονάδων του δημόσιου τομέα∙ επίσης, νόμος προβλέπει την συμμετοχή κατά 80%, μικροκαλλιεργητών και βιοτεχνών, στα διοικητικά συμβούλια αγροτικών και βιομηχανικών συνεταιρισμών.

Δικαιώματα και Ελευθερίες
 
  Το μέρος ΙΙ του νέου Συντάγματος, έχει τον τίτλο Δικαιώματα και Ελευθερίες και αναφέρεται στα ατομικά (άρθρα 31-42), στα πολιτικά (άρθρα 43-57), καθώς και στα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα (άρθρα 58-73) των αιγύπτιων πολιτών. Τα ατομικά δικαιώματα κινούνται γύρω από τις βασικές αξίες της προστασίας της ανθρώπινης προσωπικότητας, της ελευθερίας, της ισότητας, του ιδιωτικού βίου και της κατοικίας, ενώ κάποια από αυτά θεωρούνται ότι ανήκουν στην δημόσια εκδήλωση του βίου, όπως η ελευθερία της θρησκείας, της έκφρασης, του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι.
  Το νέο Σύνταγμα κατοχυρώνει το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου (άρθρο31), στην ισότητα και μη διάκριση (άρθρο 33), ενώ σύμφωνα με το άρθρο 34, η ατομική ελευθερία συνιστά φυσικό δικαίωμα και είναι απαραβίαστη. Προβλέπεται ισχυρή προστασία κατά της αυθαίρετης σύλληψης και κράτησης, των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης μεταχείρισης. Κανένας δεν συλλαμβάνεται, ούτε φυλακίζεται, ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, χωρίς δικαστικό ένταλμα, ενώ εντός είκοσι τεσσάρων ωρών θα πρέπει να προσαχθεί στις ανακριτικές αρχές. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προσωρινή κράτηση και την χορήγηση αποζημίωσης σε περιπτώσεις παραβίασης των εν λόγω διατάξεων (άρθρο 35). Σύμφωνα με το άρθρο 36, κατά την κράτηση, η πολιτεία οφείλει να εξασφαλίζει τον σεβασμό της αξιοπρέπειας του ατόμου, καθώς και ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης, ενώ απαγορεύονται και τιμωρούνται η άσκηση σωματικής και ψυχολογικής βίας. Οι ίδιες δεσμεύσεις ισχύουν και κατά τη διάρκεια της φυλάκισης, ενώ το κράτος οφείλει να λαμβάνει μέτρα για την κοινωνική επανένταξη των αποφυλακισμένων (άρθρο 37).
  Ως ατομικά δικαιώματα κατοχυρώνονται, ο σεβασμός της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 38) και της ιδιωτικής κατοικίας ( άρθρο 39). Η επεξεργασία και χρήση προσωπικών δεδομένων δεν είναι δυνατή χωρίς δικαστικό ένταλμα, ενώ καμία έρευνα δεν πραγματοποιείται σε ιδιωτικό χώρο, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος και πάντοτε ύστερα από δικαστική εντολή. Επίσης, καθένας έχει το δικαίωμα στην ασφάλεια και την προστασία από εγκληματικές πράξεις (άρθρο 40), καθώς και στην προστασία της ηθικής και σωματικής του ακεραιότητας. Βάσει του άρθρου 41, απαγορεύεται η εμπορία οργάνων, καθώς και οι ιατρικές παρεμβάσεις χωρίς προηγούμενη συγκατάθεση, και πάντοτε σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 42, διασφαλίζεται η ελευθερία κίνησης, εγκατάστασης και μετανάστευσης, καθώς και η ελεύθερη έξοδος και είσοδος από και προς την χώρα. Σε κανένα πολίτη δεν είναι δυνατόν να απαγορευθεί η έξοδος από την χώρα ή να τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό, χωρίς προηγούμενο δικαστικό ένταλμα, και για ορισμένη χρονική περίοδο.
   Όταν το νέο Σύνταγμα αναφέρεται στα ηθικά και πολιτικά δικαιώματα, καλύπτει τα δικαιώματα της ελευθερίας της θρησκείας (άρθρα 43, 44), σκέψεως, έκφρασης και διάδοσης προσωπικών απόψεων και στοχασμών (άρθρα 45, 49), της ελευθερίας της δημιουργίας και προστασίας της τέχνης, της επιστήμης και της πολιτιστικής κληρονομιάς (άρθρο 46), της ελεύθερης πρόσβασης στην πληροφόρηση κατά τρόπο που δεν θίγει την προσωπική ζωή και τα δικαιώματα των άλλων και δεν θέτει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια (άρθρο 47), της ελευθερίας και ανεξαρτησίας του τύπου και των ΜΜΕ (άρθρο 48), υπό τον όρο ότι δεν θίγονται οι αρχές που διέπουν την σχέση κράτους - κοινωνίας, τα δικαιώματα των πολιτών, καθώς και η εθνική ασφάλεια.
  Μια σημαντική αλλαγή, σε σχέση με το προηγούμενο Σύνταγμα, αφορά στο θέμα της ελευθερίας της θρησκείας. Το Σύνταγμα του 1971 διασφάλιζε την ελευθερία πίστεως και λατρείας (άρθρο 46), χωρίς ωστόσο να κάνει αναφορά στα δικαιώματα άλλων θρησκειών, εκτός από το Ισλάμ∙ το νέο Σύνταγμα εγγυάται την ελευθερία της πίστης (άρθρο 43) και για πρώτη φορά γίνεται αναφορά στις μονοθεϊστικές θρησκείες του Χριστιανισμού και Ιουδαϊσμού, αποκλείοντας ωστόσο τους οπαδούς άλλων θρησκειών. Το άρθρο 43 αναφέρει πως το κράτος εγγυάται την ελευθερία της λατρείας για τις μονοθεϊστικές θρησκείες,[46] όπως νόμος ορίζει, ενώ βάσει του άρθρου 44, απαγορεύεται η προσβολή όλων των θρησκευτικών αγγελιοφόρων και προφητών. Επιπλέον, το άρθρο 3, ορίζει ότι ΄΄οι θρησκευτικοί κανόνες των Xριστιανών και των Eβραίων, αποτελούν την κύρια πηγή της νομοθεσίας σε ότι αφορά το προσωπικό τους καθεστώς, τα θρησκευτικά  θέματα και την εκλογή του ιερατείου΄΄.
  Επιπλέον, εξασφαλίζεται το δικαίωμα του συνέρχεσθαι ειρηνικά και χωρίς όπλα, αφού πρώτα έχει προηγηθεί κοινοποίηση και το δικαίωμα των ιδιωτικών συναθροίσεων, όπου δεν μπορεί να παρίσταται η αστυνομία (άρθρο 50). Οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να συστήνουν συλλόγους και σωματεία (άρθρο 51), καθώς και να δημιουργούν συνδικάτα, ενώσεις και συνεταιρισμούς (άρθρο 52), οι οποίοι λειτουργούν ελεύθερα και σε δημοκρατική βάση, ενώ δεν μπορούν να διαλυθούν από τις αρχές. παρά μόνο με δικαστική εντολή. Σύμφωνα με το άρθρο 53, νόμος ορίζει τη λειτουργία των επαγγελματικών συνδικάτων, η οποία γίνεται ελεύθερα και  σε δημοκρατική βάση, ενώ τα μέλη τους δεσμεύονται από τους επαγγελματικούς κώδικες ηθικής. Η διάλυση των επαγγελματικών συνδικάτων και η δήμευση της περιουσίας τους δεν είναι δυνατή, παρά μόνο μετά από εντολή δικαστηρίου.
  Επίσης, διασφαλίζεται το δικαίωμα των πολιτών να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές (άρθρο 54), το δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι και συμμετοχής στην δημόσια ζωή (άρθρο 55), ενώ η πολιτεία οφείλει να διασφαλίσει την ελεύθερη διεξαγωγή εκλογών και δημοψηφισμάτων. Το κράτος μεριμνά για την κοινωνική και επαγγελματική ζωή των Αιγύπτιων που βρίσκονται εκτός της εθνικής επικράτειας (άρθρο 56), ενώ το Σύνταγμα διασφαλίζει το δικαίωμα κάθε αλλοδαπού, ο οποίος στην χώρα του στερείται των πολιτικών του δικαιωμάτων και ελευθεριών, στο πολιτικό άσυλο και απαγορεύει την έκδοσή των πολιτικών προσφύγων.
  Σε ότι αφορά τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα ( άρθρα 58-73), σύμφωνα με το νέο συνταγματικό κείμενο, το κράτος οφείλει να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για εκπαίδευση, συμμετοχή στην επιστήμη, κοινωνική ασφάλιση, υγεία, ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο, πρόσβαση στην εργασία και ίση αμοιβή. Σύμφωνα με το άρθρο 58, η πολιτεία εγγυάται για κάθε πολίτη το δικαίωμα στην εκπαίδευση, η οποία είναι δωρεάν σε όλες τις βαθμίδες, ενώ τονίζεται η σχέση της με τις ανάγκες της κοινωνίας και της παραγωγής. Η επιστήμη και η έρευνα είναι ελεύθερες (άρθρο 59) και διασφαλίζεται η αυτονομία των πανεπιστημίων.
  Το κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών (άρθρο 62) και φροντίζει για την πρόσβαση των ατόμων, που δεν είναι σε θέση να πληρώσουν στις υπηρεσίες υγείας∙ επιπλέον παρέχει υπηρεσίες κοινωνικής ασφάλισης (άρθρο 65), ενώ προβλέπεται μέριμνα για κοινωνική ασφάλιση ειδικών ομάδων του πληθυσμού (άνεργοι, ηλικιωμένοι), καθώς και εξασφάλιση ελάχιστης σύνταξης σε αγρότες, μικροκαλλιεργητές και περιστασιακά εργαζόμενους (άρθρο 66). Δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το κράτος, έχουν τα θύματα και οι τραυματισμένοι της Επανάστασης της 25ης Ιανουαρίου, οι οικογένειες των οποίων έχουν προτεραιότητα σε ότι αφορά ευκαιρίες απασχόλησης, καθώς και τα θύματα και οι τραυματίες πολέμου (άρθρο 64). Επιπλέον, τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα οικονομικής και κοινωνικής φροντίδας και μέτρων που εξασφαλίζουν την επαγγελματική τους ένταξη (άρθρο 72).
  Βάσει του άρθρου 63, η εργασία είναι ΄΄δικαίωμα, καθήκον και τιμή για κάθε πολίτη΄΄ και στηρίζεται στις αρχές της ισότητας, της δικαιοσύνης και των ίσων ευκαιριών. Η πολιτεία εξασφαλίζει για κάθε εργαζόμενο, το δικαίωμα στην δίκαιη αμοιβή, την συνταξιοδότηση, την κοινωνική ασφάλιση και την προστασία από επαγγελματικά ατυχήματα. Η αναγκαστική εργασία απαγορεύεται, ενώ εξαιρέσεις καθορίζονται με νόμο. Οι εργαζόμενοι δεν απολύονται εκτός των περιπτώσεων που ορίζει ο νόμος, ενώ νόμος καθορίζει τα σχετικά με το δικαίωμα στην ειρηνική απεργία.
  Όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα στη στέγαση, το καθαρό νερό, την υγιεινή τροφή (άρθρο 67), και το υγιεινό περιβάλλον (άρθρο 69). Η πολιτεία εγγυάται την προστασία του περιβάλλοντος ενάντια στην μόλυνση και την διαφύλαξη των φυσικών πόρων προς όφελος των μελλοντικών γενεών. Επίσης, το κράτος μεριμνά για την ανάπτυξη και προαγωγή των παιδιών και των νέων (άρθρο 71), ενώ σύμφωνα με το άρθρο 70, απαγορεύεται η παιδική εργασία, για την οποία δεν υπήρχε προστασία σύμφωνα με το προηγούμενο Σύνταγμα. Τέλος, βάσει του άρθρου 73, απαγορεύεται και τιμωρείται κάθε μορφή καταπίεσης και ανθρώπινης εκμετάλλευσης.

  Όπως προαναφέρθηκε, η αρχή του κράτους δικαίου περιλαμβάνεται στις αρχές που διέπουν τις σχέσεις κράτους και κοινωνίας (άρθρο 6), καθώς και στο προοίμιο του νέου Συντάγματος. Τα άρθρα 74-81, περιλαμβάνουν τις εγγυήσεις των δικαιωμάτων και ελευθεριών, καθώς και μηχανισμούς προστασίας σε περιπτώσεις παραβίασής τους. Το άρθρο 74 διακηρύσσει ότι η κυριαρχία του νόμου αποτελεί την βάση του κράτους, ενώ προβλέπονται ειδικότερες εγγυήσεις, που αφορούν την αποτελεσματική δικαστική προστασία (άρθρα 75-79), όπως η εξασφάλιση πρόσβασης στην δικαιοσύνη, το δικαίωμα στη δίκη, το δικαίωμα υπεράσπισης για όλους τους πολίτες, η απαγόρευση έκτακτων δικαστηρίων, η επιβολή ποινής μόνο με δικαστική απόφαση και η ποινική δίωξη ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, σε περιπτώσεις μη εφαρμογής των δικαστικών αποφάσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 80, η παραβίαση οποιουδήποτε δικαιώματος και ελευθερίας, όπως αυτά περιλαμβάνονται στο συνταγματικό κείμενο, συνιστά αδίκημα, το οποίο δεν παραγράφεται, ενώ προβλέπεται αποζημίωση σε περίπτωση καταπάτησής του. Τέλος, βάσει του άρθρου 81, τα δικαιώματα και οι ατομικές ελευθερίες που προβλέπονται από το Σύνταγμα, είναι αναφαίρετα και κανένας νόμος δεν μπορεί να περιορίσει την ουσία τους∙ η άσκηση τους ωστόσο, θα πρέπει να γίνεται πάντα σε συμφωνία με τις αρχές που διέπουν την σχέση κράτους και κοινωνίας, όπως αυτές διατυπώνονται στο Ι μέρος του Συντάγματος.


ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Εκτελεστική – Νομοθετική - Δικαστική Εξουσία

  Σύμφωνα με το άρθρο 6 του νέου Συντάγματος, υιοθετείται η αρχή της διάκρισης των κυβερνητικών εξουσιών σε τρείς κλάδους: την εκτελεστική, την νομοθετική και τη δικαστική εξουσία. Αρχηγός του κράτους και επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας (Μέρος ΙΙΙ, Κεφάλαιο ΙΙ, τμήμα Ι, άρθρα 132 – 167), ορίζεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας (άρθρα 132 – 154), ο οποίος εκλέγεται άμεσα με μυστική ψηφοφορία για τετραετή θητεία από όλους τους πολίτες με δικαίωμα ψήφου. Το πολιτικό καθεστώς της Αιγύπτου χαρακτηριζόταν από ισχυρή προεδρική εξουσία και διοικητικό συγκεντρωτισμό. Αρκετοί περιορισμοί στην εξουσία του προέδρου προστέθηκαν στο νέο συνταγματικό κείμενο, όπως μείωση του μήκους της προεδρικής θητείας από έξι σε τέσσερα έτη και δικαίωμα επανεκλογής μια μόνο φορά∙ επίσης, ο Πρόεδρος δεν είναι δυνατόν κατά την διάρκεια της προεδρίας του να κατέχει οποιαδήποτε κομματική θέση. Ο υποψήφιος για το προεδρικό αξίωμα, θα πρέπει προηγουμένως να προταθεί από 20 τουλάχιστον μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων και του Συμβουλίου της Shura, ή να λάβει την υποστήριξη τουλάχιστον 20.000 πολιτών με δικαίωμα ψήφου, από 10 τουλάχιστον διοικητικές επαρχίες, με ελάχιστο όριο τις 1.000 υπογραφές από κάθε επαρχία.
   Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει τον Πρωθυπουργό, ο οποίος κατ’ εντολή του σχηματίζει το Υπουργικό Συμβούλιο, ώστε να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή, ενώ σύμφωνα με το προηγούμενο Σύνταγμα ο Πρόεδρος είχε το δικαίωμα να διορίζει και να απολύει τον Πρωθυπουργό χωρίς προηγούμενη κοινοβουλευτική έγκριση (άρθρο 141, του Συντάγματος του 1971). Ο Πρόεδρος συμβολίζει το έθνος, ενσαρκώνει το δημόσιο συμφέρον και είναι ο εγγυητής της διάκρισης των εξουσιών. Ως εκπρόσωπος της εκτελεστικής εξουσίας, είναι υπεύθυνος για την αποτελεσματική εκτέλεση των νόμων, έχει την εξουσία να κηρύσσει πόλεμο, ύστερα από έγκριση της Βουλής των Αντιπροσώπων, να διαπραγματεύεται και να συνομολογεί διεθνείς συνθήκες – ύστερα από έγκριση και των δύο νομοθετικών σωμάτων- να διαλύει την Βουλή και να προκηρύσσει εκλογές, ενώ είναι ο ανώτατος αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας. Τέλος, είναι αυτός που διορίζει το ανώτατο πολιτικό και στρατιωτικό προσωπικό. Επίσης, μπορεί να υποβάλλει πρόταση αναθεώρησης άρθρων του Συντάγματος (άρθρο 217). Η τροποποίηση του Συντάγματος απαιτεί την έγκριση των δύο τρίτων των μελών των δύο νομοθετικών σωμάτων και στη συνέχεια την έγκριση κατά πλειοψηφία σε δημοψήφισμα (άρθρο 218).
  Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε συνεργασία με το Υπουργικό Συμβούλιο, ( άρθρα 155 – 67), χαράσσει την εθνική πολιτική της χώρας και επιτηρεί την αποτελεσματική εφαρμογή της. Ο Πρόεδρος είναι ελεύθερος να επιλέξει τον Πρωθυπουργό, αν και ο τελευταίος θα πρέπει να προέρχεται από τους κόλπους του σημαντικότερου κόμματος, ώστε να είναι μεγαλύτερες οι πιθανότητες του να σχηματίσει κυβέρνηση. Ο Πρωθυπουργός συντονίζει και κατευθύνει το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο με την σειρά του καθορίζει τις εργασίες των επιμέρους υπουργείων, διαμορφώνει νομοσχέδια, προετοιμάζει το σχέδιο του προϋπολογισμού και καθορίζει την γενικότερη κοινωνική και οικονομική πολιτική. Τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν είναι δυνατόν να αποτελούν ταυτόχρονα μέλη κανενός εκ των δύο νομοθετικών σωμάτων. 
  Η νομοθετική αρμοδιότητα του Προέδρου, ασκείται σε συνεργασία με την νομοθετική εξουσία ( Μέρος ΙΙΙ, Κεφάλαιο Ι, άρθρα 82 – 131 ), που χωρίζεται σε δύο σώματα, τη Βουλή των Αντιπροσώπων και το Συμβούλιο Shura. Τα μέλη και των δύο σωμάτων εκλέγονται με άμεση μυστική ψηφοφορία ως αντιπρόσωποι του λαού∙  παρ’ όλα αυτά δεν διαθέτουν ισότιμες εξουσίες. Η κύρια νομοθετική λειτουργία ασκείται από την Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία είναι επιφορτισμένη με τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας και την έγκριση της κυβερνητικής πολιτικής. Οι νομοθετικές δυνατότητες του Συμβουλίου Shura είναι περιορισμένες, ενώ λειτουργεί περισσότερο ως συμβουλευτικό και γνωμοδοτικό όργανο. Σύμφωνα με το άρθρο 131 του Συντάγματος είναι ο θεσμός που αναλαμβάνει την νομοθετική λειτουργία σε περίπτωση διάλυσης της Βουλής των Αντιπροσώπων. Οποιεσδήποτε αποφάσεις ληφθούν από την Shura κατά την περίοδο διάλυσης της Βουλής, θα πρέπει να υποβληθούν προς έγκριση στο νέο κοινοβούλιο, όποτε συγκροτηθεί.
  Σύμφωνα με το νέο Σύνταγμα, η Βουλή των Αντιπροσώπων (άρθρα 114 – 127), αποτελείται τουλάχιστον από 350 μέλη, εκλεγμένα με άμεση μυστική ψηφοφορία, για πενταετή θητεία. Πέραν της νομοθετικής της λειτουργίας, έχει την αρμοδιότητα να ελέγχει τις δραστηριότητες της εκτελεστικής εξουσίας, να εγκρίνει τον διορισμό των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου, να ψηφίζει τον προϋπολογισμό, να προτείνει την τροποποίηση άρθρων του Συντάγματος (άρθρο 217), ενώ έχει την δυνατότητα να προκαλέσει ψήφο δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης.
  Το Συμβούλιο Shura ή  Άνω Βουλή, είναι γνωστό ως ΄΄Συνέλευση του Λαού΄΄ και θεσμοθετήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Σύμφωνα με το άρθρο 230 του νέου Συντάγματος, το τωρινό Συμβούλιο Shura[47], το οποίο έχει προκύψει από τις εκλογές που διεξήχθησαν μεταξύ Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου του 2012 και στο οποίο το Κόμμα Ελευθερίας και Δικαιοσύνης διαθέτει την πλειοψηφία των εδρών (105 από 270), έχει την πλήρη νομοθετική λειτουργία, μέχρι την ανάδειξη νέου κοινοβουλίου[48]. Σύμφωνα με το νέο Σύνταγμα, το Συμβούλιο Shura, (άρθρα 128 – 131) αποτελείται τουλάχιστον 130 μέλη, εκλεγμένα με άμεση μυστική ψηφοφορία για εξαετή θητεία. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι δυνατόν να διορίσει αριθμό μελών, ο οποίος δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 1/10 του συνολικού αριθμού των εκλεγμένων μελών, ενώ προβλέπεται η ανανέωση της εκλογικής εντολής για το 1/2 του σώματος ανά τρία έτη.
  Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, το Υπουργικό Συμβούλιο και οποιοδήποτε μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων, έχει το δικαίωμα να διαμορφώνει και να προτείνει νομοσχέδια. Η νομοθετική πρωτοβουλία ξεκινά με την κατάθεση νομοσχεδίου σε επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων. Το κάθε νομοθετικό σώμα έχει το δικαίωμα να τροποποιήσει ή να απορρίψει το σχέδιο νόμου, ενώ προβλέπεται η συγκρότηση επιτροπής διαμεσολάβησης για την επίλυση των διαφωνιών τους σε επιμέρους σημεία. Σύμφωνα με την νομοθετική διαδικασία, κάθε πρόταση πρέπει να ψηφιστεί τόσο από την Βουλή των Αντιπροσώπων όσο και από το Συμβούλιο Shura. Αν και τα νομοσχέδια γίνονται νόμοι ύστερα από την έγκριση και των δύο νομοθετικών σωμάτων, η Βουλή των Αντιπροσώπων, σε περίπτωση διαφωνίας, μπορεί να παρακάμψει το Συμβούλιο Shura και με πλειοψηφία των 2/3 να ψηφίσει το νομοσχέδιο (άρθρο 103). Τέλος, οποιαδήποτε νομοθετική πρόταση, για να γίνει νόμος πρέπει να υπογραφεί και από τον Πρόεδρο.
  Σε ότι αφορά τις διαδικασίες ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας, αυτές προβλέπονται στα άρθρα 162 και 166 του νέου Συντάγματος. Η Βουλή των Αντιπροσώπων έχει την εξουσία να ενεργοποιήσει την διαδικασία για την απαγγελία κατηγορητηρίου κατά του Προέδρου, ύστερα από την έγκριση του 1/3 των μελών της, σε περίπτωση προδοσίας, εγκλημάτων και σημαντικών αδικημάτων. Κατηγορίες μπορούν να απαγγελθούν ύστερα από την έγκριση των 2/3 των μελών της Βουλής, ενώ παύουν αυτόματα οι προεδρικές εργασίες  μέχρι την έκδοση της ετυμηγορίας. Ο Πρόεδρος στη συνέχεια παραπέμπεται σε δίκη, ενώπιον ειδικού δικαστηρίου. Ομοίως, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Γενικός Εισαγγελέας και η Βουλή των Αντιπροσώπων, έχουν το δικαίωμα να θέσουν σε κίνηση την διαδικασία για την απαγγελία κατηγορίας κατά του Πρωθυπουργού ή οποιουδήποτε μέλους του Υπουργικού Συμβουλίου, για αδικήματα που διαπράχθηκαν κατά την διάρκεια της θητείας τους, με πρόταση τους υπογεγραμμένη από το 1/3 των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων, ενώ για να απαγγελθούν κατηγορίες απαιτείται η έγκριση των 2/3 των μελών της ( άρθρο 166 ).
  Η τρίτη εξουσία είναι η δικαστική ( Μέρος ΙΙΙ, Κεφάλαιο ΙΙΙ, άρθρα 168 – 182 ), η ανεξαρτησία της οποίας διασφαλίζεται από το Σύνταγμα στο άρθρο 168. Η δικαιοσύνη απονέμεται από τα δικαστήρια, τα οποία συγκροτούνται από τακτικούς δικαστές που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία. Οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους. Στην κορυφή της δικαστικής εξουσίας βρίσκεται το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο (άρθρα 175 – 178), το οποίο αποτελεί ανεξάρτητο δικαστικό σώμα και έχει την αρμοδιότητα να ερμηνεύει το Σύνταγμα και να αποφασίζει για θέματα ειδικής νομοθεσίας. Σύμφωνα με το άρθρο 175 του Συντάγματος, έχει τη δυνατότητα να καθορίσει την συνταγματικότητα οποιουδήποτε νόμου, κανονισμού ή επίσημης πράξης. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποτελείται από 11 δικαστές, έναν πρόεδρο και δέκα μέλη, οι οποίοι διορίζονται με διάταγμα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τα σχετικά με τα προσόντα και την διαδικασία επιλογής τους από μέλη δικαστικών και άλλων σωμάτων, καθορίζονται με νόμο ( άρθρο 176 ). Σύμφωνα με το άρθρο 233 το πρώτο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, υστέρα από την θέση σε εφαρμογή του παρόντος Συντάγματος, θα σχηματιστεί από τον τωρινό του Πρόεδρο και από δέκα δικαστές με την πιο μακρά θητεία μεταξύ των μελών του.
  Στο Τέταρτο Μέρος του νέου Συντάγματος, προβλέπεται η συγκρότηση και λειτουργία ανεξάρτητων σωμάτων και ρυθμιστικών αρχών (άρθρα 200-216), οι οποίες διαθέτουν νομική προσωπικότητα, καθώς και τεχνική, διοικητική και οικονομική αυτονομία (άρθρο 200). Οι ανεξάρτητες αρχές λειτουργούν συμβουλευτικά σε ότι αφορά νομοσχέδια ή αποφάσεις  που σχετίζονται με το πεδίο δραστηριότητάς τους, ενώ οι αναφορές τους παρουσιάζονται ενώπιον του Προέδρου, της Βουλής και του Συμβουλίου Shura, μέσα σε διάστημα 30 ημερών από την ημερομηνία έκδοσής τους (άρθρο 201). Οι επικεφαλείς των ανεξάρτητων αρχών, διορίζονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ύστερα από έγκριση του Συμβουλίου Shura για περίοδο 4 ετών και δεν μπορούν να παυθούν, χωρίς την έγκριση της πλειοψηφίας των μελών της (άρθρο 202).  
  Ως Ρυθμιστικές Αρχές αναφέρονται, η Εθνική Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς (άρθρο 204), ο Κεντρικός Οργανισμός Λογαριασμών (άρθρο 205), η Κεντρική Τράπεζα, η οποία καθορίζει την νομισματική πολιτική και διαθέτει το αποκλειστικό δικαίωμα έκδοσης νομίσματος (άρθρο 206), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, με στόχο την προώθηση του δημόσιου διαλόγου και ενθάρρυνση της συμμετοχής κοινωνικών ομάδων στην διαδικασία διαμόρφωσης της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής (άρθρο 207) και η Εθνική Επιτροπή Εκλογών (άρθρα 208-211), με αρμοδιότητα την διεξαγωγή των προεδρικών, κοινοβουλευτικών και τοπικών εκλογών και την επιτήρηση της εκλογικής διαδικασίας.
   Ως Ανεξάρτητες Αρχές, το Σύνταγμα αναφέρει την Ανώτατη Αρχή για τα Κληροδοτήματα (άρθρο 212), την Ανώτατη Αρχή Διαφύλαξης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς (άρθρο 213), το Εθνικό Συμβούλιο για την Εκπαίδευση και την Επιστημονική Έρευνα (άρθρο 214) και το Εθνικό Συμβούλιο Ενημέρωσης (άρθρο 215), με αρμοδιότητα την διασφάλιση της ελεύθερης και πλουραλιστικής ενημέρωσης, αλλά και την διαφύλαξη της αραβικής γλώσσας, καθώς και των ηθικών αρχών και αξιών της αιγυπτιακής κοινωνίας. Τέλος, η Εθνική Ένωση Τύπου και Ενημέρωσης (άρθρο 216), διαχειρίζεται τον κρατικό τύπο και τηλεόραση.

Τοπική Αυτοδιοίκηση
 
  Το βασικό πλαίσιο του συστήματος διοίκησης, τίθεται από το Κεφάλαιο IV του τρίτου μέρους του Συντάγματος (άρθρα 183-192). Σε ότι αφορά την διοικητική οργάνωση, το νέο Σύνταγμα προβλέπει την διαίρεση της χώρας σε διοικητικές μονάδες, οι οποίες περιλαμβάνουν, κυβερνεία, επαρχίες, πόλεις, περιφέρειες και χωριά. Κάθε διοικητική μονάδα, θα πρέπει να περιλαμβάνει περισσότερα από ένα χωριά ή περιφέρειες και είναι αρμόδια για την ευημερία του τοπικού πληθυσμού (άρθρο 183). Σύμφωνα με το άρθρο 184, το κράτος οφείλει να παρέχει τεχνική, διοικητική και οικονομική στήριξη και να εξασφαλίζει την δίκαιη κατανομή πόρων και αρμοδιοτήτων, προς όφελος της ισόρροπης ανάπτυξης όλων των διοικητικών μονάδων. Σε ότι αφορά τα έσοδα των διοικητικών μονάδων, αυτά περιλαμβάνουν επιπρόσθετους φόρους και τέλη τοπικής φύσεως, ενώ για την συλλογή τους προβλέπεται η ίδια διαδικασία με αυτήν που ακολουθεί η κεντρική κυβέρνηση (άρθρο 185).
  Η τοπική διοίκηση, λειτουργεί με βάση τα Τοπικά Συμβούλια, τα οποία εκλέγονται, από κάθε τοπική μονάδα, με άμεση μυστική ψηφοφορία για 4 έτη και είναι υπεύθυνα για την ανάπτυξη ενός φάσματος δραστηριοτήτων με στόχο την προώθηση της τοπικής ευημερίας. Οι αποφάσεις που εκδίδουν, είναι οριστικές και δεν υπόκεινται στην παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας, εκτός αν τίθεται θέμα δημοσίου συμφέροντος, ή  η έκδοση της απόφασης γίνεται εκτός του πλαισίου της δικαιοδοσίας τους ή εις βάρος των συμφερόντων άλλων τοπικών συμβουλίων (άρθρο 190). Το άρθρο 186 προβλέπει τη συνεργασία μεταξύ τοπικού και κεντρικού επιπέδου, ενώ στο άρθρο 188 προβλέπεται η συμμετοχή τοπικών εκπροσώπων της κεντρικής κυβέρνησης στα Τοπικά Συμβούλια, χωρίς ωστόσο δικαίωμα ψήφου. Σύμφωνα με το άρθρο 192, απαγορεύεται η διάλυση των Συμβουλίων, ενώ νόμος ορίζει τα σχετικά με την διάλυση και επανεκλογή τους.
  Σύμφωνα με το άρθρο 235, το υπάρχον σύστημα τοπικής αυτοδιοίκησης[49] θα παραμείνει σε ισχύ, ενώ το σύστημα που προβλέπει το νέο Σύνταγμα, θα εφαρμοστεί σταδιακά μέσα σε 10 έτη. Σύμφωνα με το υπάρχον σύστημα, το οποίο χαρακτηρίζεται από διοικητικό συγκεντρωτισμό, στην κορυφή της διοικητικής ιεραρχίας βρίσκονται τα 29 κυβερνεία (muhāfazāt), στα οποία είναι διαιρεμένη η αιγυπτιακή επικράτεια. Οι επικεφαλείς των κυβερνείων διορίζονται και παύονται κατά την κρίση του Προέδρου και αποτελούν τους επίσημους εκφραστές της κρατικής εξουσίας σε τοπικό επίπεδο. 





Ένοπλες Δυνάμεις

   Σύμφωνα με το προοίμιο του νέου Συντάγματος, οι ένοπλες δυνάμεις αποτελούν την προστατευτική ασπίδα του έθνους, ενώ συνιστούν έναν επαγγελματικό και ανεξάρτητο θεσμό χωρίς ανάμειξη στην πολιτική δραστηριότητα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ο ανώτατος αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων (άρθρο 146) και αυτός που διορίζει το ανώτατο στρατιωτικό προσωπικό (άρθρο 147). Κατά το άρθρο 194, οι ένοπλες δυνάμεις ανήκουν στον λαό και έχουν ως καθήκον την προστασία της χώρας και την διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας. Το Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας, στο οποίο προεδρεύει ο Πρόεδρος, έχει το καθήκον της χάραξης στρατηγικών για την διατήρηση της ασφάλειας, τον εντοπισμό απειλών κατά της ασφάλειας και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους (άρθρο 193). Μόνο στο κράτος επιτρέπεται να διατηρεί ένοπλες δυνάμεις, ενώ απαγορεύεται σε οποιοδήποτε οργανισμό ή ομάδα να συστήσει στρατιωτικά η παραστρατιωτικά σώματα.
  Ο Υπουργός Άμυνας είναι ο ανώτατος διοικητής των ενόπλων δυνάμεων και επιλέγεται από τον Πρόεδρο μεταξύ των ανώτατων αξιωματικών (άρθρο 195).  Ο Υπουργός Άμυνας, συμμετέχει στο Εθνικό Συμβούλιο Άμυνας (άρθρο 197), το οποίο συγκαλείται από τον Πρόεδρο και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, τον Πρωθυπουργό, τον Υπουργό Εξωτερικών, Οικονομίας, Εσωτερικών, καθώς και στρατιωτικούς αξιωματούχους[50]. Το Εθνικό Συμβούλιο Άμυνας καθορίζει τις μεθόδους που κρίνονται απαραίτητες για την ασφάλεια της χώρας, καθώς και τον προϋπολογισμό των ενόπλων δυνάμεων, μια σημαντική αρμοδιότητα που δεν προβλεπόταν από το προηγούμενο Σύνταγμα[51].
  Σημαντικό στοιχείο σε ότι αφορά τον ρόλο του στρατού στην πολιτική και κοινωνική ζωή της Αιγύπτου, είναι η δυνατότητά του να θέτει πολίτες ενώπιον της στρατιωτικής δικαιοσύνης. Το νέο κείμενο, βάσει του  άρθρο 198, αφήνει άθικτη την διακριτική ευχέρεια των ενόπλων δυνάμεων, να δικάζουν πολίτες, εφόσον κατηγορούνται για αδικήματα τα οποία αφορούν βλάβη στις ένοπλες δυνάμεις.[52] Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο τα μέλη του Στρατιωτικού Δικαστηρίου, είναι ανεξάρτητα και δεν μπορούν να απολυθούν, ενώ απολαμβάνουν τα ίδια προνόμια με τα μέλη των υπόλοιπων δικαστηρίων.
  Τέλος, σε ότι αφορά την εσωτερική ασφάλεια, σύμφωνα με το άρθρο 199, οι αστυνομικές δυνάμεις συνιστούν έναν πολιτικό θεσμό στην υπηρεσία των πολιτών, επιφορτισμένο με την διατήρηση της ασφάλειας, της τάξης και της ηθικής, καθώς και την διαφύλαξη της ειρήνης, της αξιοπρέπειας, των δικαιωμάτων και των ελευθερίων των πολιτών.
 
















ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αbraham Rabinovich, The Yom Kippur War: The Epic Encounter That Transformed The Middle East, Schoken Books, New York, 2004

Charles Tripp & Roger Owen, ( edit.), Egypt under Mubarak, Routledge, London, 1989

Chatham House, Royal Institute of International Affairs Information Dept., Great Britain and Egypt, 1914-1951, Royal Institute of International Affairs,  London, 1952

Dan Eldar, «Egypt and Israel: A Reversible Peace», Middle East Quarterly, Fall 2003

Edmund Burke & Ira M. Lapidus, ( edit.), Islam, Politics, and Social Movements, University of California Press, Ltd. London, England, 1988

Ελένη Κονδύλη – Μπασούκου, Αραβικός Πολιτισμός, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2008

Gerald T. McLaughlin, «Infitah in Egypt: An Appraisal of Egypt's Open-Door Policy for Foreign Investment» , 46 Fordham L. Rev. 885, 1978

Israel Elad-Altman, «The Egyptian Muslim Brotherhood After the 2005 Elections», HUNSON, Center on Islam, Democracy and Future on Muslim World, November 01, 2006

Γιάννης Σακκάς, «Η Αιγυπτιακή Επανάσταση (23 Ιουλίου 1952), Η γέννηση του σύγχρονου αραβικού εθνικισμού», σε: ΄΄Ιστορικά Θέματα΄΄, Τεύχος 13, Δεκέμβριος 2002
  
Jamie Boex, «Democratization in Egypt: The Potential Role of  Decentralization», Urban Institute Center on International Development and Governance, February 2011

Jeffrey Martini, Dalia Dassa Kayne, Erin York, «The Muslim Brotherhood, Its Youth, and Implications for U.S. Engagement», RAND National Defense Research Institute, 2012

Jeremy M. Sharp, «Egypt: Transition under Military Rule», Congressional Research Service, June 21, 2012
Joseph Licary., «Economic Reform in Egypt in a Changing Global Economy», Working Paper No. 129, OECD DEVELOPMENT CENTER, December 1997

Keith Kyle, Suez: Britain’s end of Empire in the Middle East, I.B.Tauris, London, 2011

Nadine Abdalla, «Egypt's Workers – From Protest Movement to Organized Labor», A Major Challenge of the Transition Period, German Institute for International and Security Affairs, October 2012

Nadje S. Al-Ali., «The Women’s Movement in Egypt, with Selected References to Turkey», United Nations, Research Institute for Social Development, Civil Society and Social Movements, Programme Paper Number 5, April 2002

Nathan J. Brown, «Post- Revolutionary Al-Azhar», Carnegie Endowment for International Peace, Middle East, September 2011

Sufyan Alissa, «The Political Economy of Reform in Egypt: Understanding the Role of Institutions»,  Carnegie Middle East Center, Number 5, October 2007

Tamir Mustafa, «Drafting Egypt’s Constitution: Can A New Legal Framework Revive a Flawed Transition?», Brookings Doha Center-Stanford Project on Arab Transitions, Paper Series Number 1, March 2012


Διαδικτυακοί τόποι





































[1] Βλ. Chatham House, Royal Institute of International Affairs Information Dept., Great Britain and Egypt, 1914-1951, Royal Institute of International Affairs,  London, 1952, σ. 2-10.
[2] Keith Kyle, Suez: Britain’s end of Empire in the Middle East, I.B.Tauris, London, 2011, σ. 17.

[3] Για την Επανάσταση του 1952, την επικράτηση του Νάσερ, καθώς και για την εσωτερική του  πολιτική βλ. περιληπτικά Ιωάννης Σακκάς, «Η Αιγυπτιακή Επανάσταση (23 Ιουλίου 1952), Η γέννηση του σύγχρονου αραβικού εθνικισμού», σε: ΄΄Ιστορικά Θέματα΄΄, Τεύχος 13, Δεκέμβριος 2002 στο  http://www.livepedia.gr/content-providers/periskopio/1823NASER.pdf
[4] Βλ. αναλυτικά Gerald T. McLaughlin, « Infitah in Egypt: An Appraisal of Egypt's Open-Door Policy for Foreign Investment» , 46 Fordham L. Rev. 885, 1978, σ. 885-906, (ειδ. σ. 892-904), στο http://ir.lawnet.fordham.edu/flr/vol46/iss5/1/ (3-4-13).

[5]Βλ. ενδεικτικά Αbraham Rabinovich, The Yom Kippur War: The Epic Encounter That Transformed The Middle East, Schoken Books, New York, 2004. Επίσης για την Συνθήκη Ειρήνης Ισραήλ-Αιγύπτου βλ. Dan Eldar, «Egypt and Israel: A Reversible Peace», Middle East Quarterly, Fall 2003, σ. 57-65 στο http://www.meforum.org/565/egypt-and-israel-a-reversible-peace (3-4-13)
[6] Ο Μουμπάρακ επανεξελέγη στις εκλογές του 1987, 1993, 1999 και 2005. Το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα, ιδρύθηκε από τον Σαντάτ το 1976∙ αν και το Σύνταγμα του 1971, διασφάλιζε το πολυκομματικό σύστημα, κυριαρχούσε στην πολιτική σκηνή της Αιγύπτου μέχρι και την αιγυπτιακή εξέγερση του 2011, όποτε και αποφασίστηκε η διάλυσή του από το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο. Το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα, είχε προκύψει από την Αραβική Σοσιαλιστική Ένωση του Νάσερ, αλλά σταδιακά εξελίχθηκε σε ένα κεντρώο κόμμα με αυταρχικά χαρακτηριστικά βλ. http://egyptelections.carnegieendowment.org/2011/09/22/national-democratic-party (4-4-13)
[7] Ο νόμος περί κατάστασης έκτακτης ανάγκης χρονολογείται από το 1967 και εφαρμόστηκε χωρίς διακοπή από τον Οκτώβριο του 1981. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης με το πρόσχημα της διατήρησης της δημόσιας τάξης ή της εθνικής ασφάλειας, επέτρεπε κυρίως την απαγόρευση οποιασδήποτε διαδήλωσης ή συνάθροισης, καθώς και την σύλληψη κάθε προσώπου για το οποίο υπήρχαν υποψίες ότι αποτελεί απειλή για την δημόσια τάξη. Τα άτομα που συλλαμβάνονταν κατ’ αυτόν τον τρόπο, συχνά δικάζονταν σε ειδικά η στρατιωτικά δικαστήρια. Τον Μαϊο του 2012 το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων προχώρησε στην άρση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, ωστόσο κάποιες από τις διατάξεις του νόμου παραμένουν ενεργές, διευκολύνοντας την παραπομπή πολιτών σε στρατιωτικά δικαστήρια. Βλ. περισσότερα στο  http://www.cihrs.org/wp-content/uploads/2012/06/Military-Trials-of-Civilians-in-Egypt-since-the-January-25-Revolution.pdf
[8] Charles Tripp, «Egypt and the Region in the 1980s», σε: Charles Tripp & Roger Owen, ( edit.), Egypt under Mubarak, Routledge, London, 1989, σ. 159-185 (ειδ. σ. 163-174)

[9] David Butter, «Debt and Egypt’s Financial Policies», στο ίδιο, σ. 123-136
[10] Βλ. περισσότερα στο http://en.eohr.org/.(4-3-13) Ειδικότερα για το γυναικείο κίνημα βλ. Nadje S. Al-Ali., «The Women’s Movement in Egypt, with Selected References to Turkey», United Nations, Research Institute for Social Development, Civil Society and Social Movements, Programme Paper Number 5, April 2002, σ. 5-20 στο http://www.unrisd.org/unrisd/website/document.nsf/0/9969203536f64607c1256c08004bb140/$FILE/alali.pdf Ειδικότερα για το εργατικό κίνημα βλ.ενδεικτικά Nadine Abdalla, «Egypt's Workers – From Protest Movement to Organized Labor», A Major Challenge of the Transition Period, German Institute for International and Security Affairs, October 2012, στο http://www.swp-berlin.org/fileadmin/contents/products/comments/2012C32_abn.pdf
[11] Βλ. ενδεικτικά Joseph Licary., «Economic Reform in Egypt in a Changing Global Economy», Working Paper No. 129, OECD DEVELOPMENT CENTER, December 1997, σ. 16-22 και 33-38 στο http://www.oecd-ilibrary.org/docserver/download/5lgsjhvj7clw.pdf?expires=1365441157&id=id&accname=guest&checksum=4C51CB599FB3B11D8AFD90DF2DB801FF (3-4-13) και Sufyan Alissa, «The Political Economy of Reform in Egypt: Understanding the Role of Institutions»,  Carnegie Middle East Center, Number 5, October 2007, σ. 4-14 στο http://carnegieendowment.org/files/cmec5_alissa_egypt_final.pdf
[13] Για το κίνημα της 6ης Απριλίου βλ.  http://www.pbs.org/wgbh/pages/frontline/revolution-in-cairo/inside-april6-movement/ (3-4-13), https://www.facebook.com/april6mov/info (3-4-13)
[15] Βλ. Tamir Mustafa, «Drafting Egypt’s Constitution: Can A New Legal Framework Revive a Flawed Transition?», Brookings Doha Center-Stanford Project on Arab Transitions, Paper Series Number 1, March 2012, σ. 3-6 στο http://www.brookings.edu/~/media/research/files/papers/2012/3/12%20egypt%20constitution%20moustafa/new1%20drafting%20egypts%20new%20constitutionenr03.pdf
[16] Βλ. Joshua Stacher, « Γιατί οι στρατηγοί στηρίζουν τον Μόρσι, Το αόρατο χέρι στην αιγυπτιακή κυβέρνηση», στο http://www.foreignaffairs.gr/articles/69123/joshua-stacher/giati-oi-stratigoi-stirizoyn-ton-morsi?page=show (4-4-13)
[21] Βλ. Jeremy M. Sharp, «Egypt: Transition under Military Rule», Congressional Research Service, June 21, 2012, σ. 1-6 στο http://fpc.state.gov/documents/organization/194799.pdf
[22] Βλ. Jeremy M. Sharp, ο.π., σ. 15-17 και 22-24
[29] Βλ. Ellis Goldberg, «Muslim Union Politics in Egypt: Two Cases», σε: Edmund Burke & Ira M. Lapidus, (edit.), Islam, Politics, and Social Movements, University of California Press, Ltd. London, England, 1988, σ. 228-243 (ειδ. σ. 228 – 236)

[30] Bλ. αναλυτικά τις διδασκαλίες  στο http://web.youngmuslims.ca/online_library/books/tmott/ (10-4-13)
[31] Για την ανάμειξη των Αδελφών Μουσουλμάνων στην πολιτική διαδικασία βλ. Jeffrey Martini, Dalia Dassa Kayne, Erin York, «The Muslim Brotherhood, Its Youth, and Implications for U.S. Engagement», RAND National Defense Research Institute, 2012 σ. 16-23, στο   http://www.rand.org/content/dam/rand/pubs/monographs/2012/RAND_MG1247.pdf Επίσης, Israel Elad-Altman, «The Egyptian Muslim Brotherhood After the 2005 Elections», HUNSON, Center on Islam, Democracy and Future on Muslim World, November 01, 2006 στο   http://www.currenttrends.org/research/detail/the-egyptian-muslim-brotherhood-after-the-2005-elections-2 (7-4-13)

[34] Για την διαδικασία σύνταξης του νέου Συντάγματος βλ. Tamir Mustafa, ο.π. ( υποσ. 15), σ. 5-8.
[40] Βλ. το Σύνταγμα του 1971 στο http://www.wipo.int/wipolex/en/text.jsp?file_id=189854 (11-4-13)
[41] Βλ. το Σύνταγμα του 2012 στο http://www.egyptindependent.com/news/egypt-s-draft-constitution-translated (11-4-13)
[42] Ελένη Κονδύλη – Μπασούκου, Αραβικός Πολιτισμός, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2008, σ. 220-222.

[43] Στο ίδιο, σ. 216-217, 223-224.
[44] Βλ. Nathan J. Brown, «Post- Revolutionary Al-Azhar», Carnegie Endowment for International Peace, Middle East, September 2011, στο http://carnegieendowment.org/files/al_azhar.pdf
[45] Ελένη Κονδύλη – Μπασούκου, ο.π.,  σ. 96.

[46] Ο νομοθέτης χρησιμοποιεί τον όρο divine religions
[47] Το Συμβούλιο αποτελείται από 180 εκλεγμένα και 90 διορισμένα μέλη. Από τις 180 θέσεις εκλεγμένων, 60 εξελέγησαν από την πλειοψηφία σε μονοεδρικές περιφέρειες και 120 με αναλογική εκπροσώπηση με βάση το συνολικό αριθμό των ψήφων στις εκλογικές περιφέρειες. Βλ. στο http://www.ipu.org/parline-e/reports/2374_B.htm (12-4-13).
[48] Ενώ αρχικά είχαν οριστεί για τον Απρίλιο του 2013, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της χώρας, ακύρωσε το διάταγμα του προέδρου Μόρσι για την διεξαγωγή του πρώτου γύρου των βουλευτικών εκλογών στις 22 Απριλίου, ενώ ο εκλογικός νόμος εστάλη στο Συνταγματικό Δικαστήριο για εκ νέου μελέτη. Βλ. http://www.aljazeera.com/news/middleeast/2013/03/201336142432561958.html (12-4-13)  Η χώρα θα παραμείνει χωρίς Εθνοσυνέλευση, η οποία αποτελεί το κύριο νομοθετικό σώμα, μέχρι τον επόμενο Οκτώβριο, οπότε και θα διεξαχθούν οι βουλευτικές εκλογές σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του αιγύπτιου προέδρου http://www.aljazeera.com/news/middleeast/2013/03/201332763757170309.html (12-4-13)
[49]Βλ. Jamie Boex, «Democratization in Egypt: The Potential Role of  Decentralization», Urban Institute Center on International Development and Governance, February 2011 στο http://www.urban.org/UploadedPDF/412301-Democratization-in-Egypt.pdf (12-4-13)
[50]Επτά από τα 15 μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Άμυνας προέρχονται από τις τάξεις του στρατού: ο Επικεφαλής Προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Διοικητής του Ναυτικού, της Αεροπορίας, ο Επικεφαλής των Στρατιωτικών Επιχειρήσεων και ο Επικεφαλής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
[51] Σύμφωνα με το άρθρο 182, του Συντάγματος του 1971, προβλεπόταν η σύσταση του Εθνικού Συμβουλίου Άμυνας υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος καθόριζε τις μεθόδους, που κρίνονταν απαραίτητες για την ασφάλεια της χώρας, ενώ νόμος όριζε τις υπόλοιπες αρμοδιότητες του Συμβουλίου.