Τετάρτη 8 Απριλίου 2015

Βίαιες πολιτειακές μεταβολές και δίκαιο

της Πολυξένης Παπαδάκη, επ. Καθηγήτριας Παντείου Πανεπιστημίου

Εισήγηση στο σεμινάριο «Κράτος και Δίκαιο», 19-03-2015


  1. Έννοια των βίαιων πολιτειακών μεταβολών

Η έννοια της βίαιης πολιτειακής μεταβολής ταυτίζεται κυρίως με την έννοια της επανάστασης και δευτερευόντως με την έννοια του πραξικοπήματος.
Επανάσταση είναι η βίαιη πολιτειακή μεταβολή, που έχει τα εξής χαρακτη-ριστικά- εννοιολογικά στοιχεία:
  • Σκοπός είναι η κατάλυση του ισχύοντος Συντάγματος και η θέσπιση ενός νέου.
  • Η κατάλυση γίνεται με βίαιο τρόπο
  • Με αιφνιδιασμό
  • Με ταχύτητα
  • Έχει λαϊκή προέλευση ή αναγνώριση ή αποδοχή, δηλ. έχει δημοκρατική νομιμοποίηση.
Σκοπός της είναι η θέσπιση ενός νέου Συντάγματος, η ριζική μεταβολή της πολιτικής οργάνωσης του κράτους, δηλ. η πολιτειακή μεταβολή. Επίσης σκοπός της επανάστασης μπορεί να είναι η εθνική απελευθέρωση ή η ανεξαρτητοποίηση από αποικιοκρατικό κράτος και, επομένως, η δημιουργία ενός ολοκληρωτικά νέου κράτους.
Από την επανάσταση διακρίνεται το πραξικόπημα, το οποίο έχει καταρχήν όλα τα χαρακτηριστικά της επανάστασης, εκτός από αυτό της δημοκρατικής νομιμοποίησης, δηλ. της δημοκρατικής (λαϊκής) προέλευσης ή αποδοχής. Αυτή είναι μια βίαιη πολιτειακή μεταβολή, που προέρχεται από ένα τμήμα της συντεταγμένης εξουσίας, κυρίως της εκτελεστικής και στερείται της λαϊκής αποδοχής, ανεξάρτητα από το αν ο λαός αντιδράσει ή όχι στην κατάληψη της εξουσίας και την κατάλυση του Σ. από τους πραξικοπηματίες.
Από την επανάσταση διακρίνεται επίσης και η μεταρρύθμιση, η οποία είναι ειρηνική, ελλείπει δηλ. το στοιχείο της βιαιότητας. Άρα υπό την έννοια αυτή δε μπορεί να υπάρξει ειρηνική επανάσταση: Η μεταβολή είτε θα είναι βίαιη, οπότε είναι επανάσταση, είτε ειρηνική, οπότε είναι μεταρρύθμιση .Όταν η πολιτειακή μεταβολή επέρχεται αργά και σύμφωνα με τους όρους του ήδη ισχύοντος Συντάγματος, βρισκόμαστε μπροστά σε μια εξέλιξη, δηλ. μια μεταβολή, ακόμα και ριζική του ισχύοντος πολιτικού ή και πολιτειακού συστήματος, χωρίς το στοιχείο της αιφνίδιας αλλαγής και της βιαιότητας.
Η επανάσταση με την έννοια του σκοπού της μεταβολής του πολιτεύματος ενός κράτους παράγει έννομα αποτελέσματα. Με άλλα λόγια η επανάσταση έχει δικαιοπαραγωγική εξουσία και, κατά συνέπεια, είναι ένα φαινόμενο που έχει νομικό χαρακτήρα, άρα αποτελεί πηγή δικαίου. Αυτή είναι όμως και ένα κοινωνικό φαινόμενο και γι΄ αυτό εξετάζεται και υπό την κοινωνιολογική της έννοια κατά κανόνα από την πολιτική κοινωνιολογία, που εξετάζει κυρίως τις αιτίες που την προκάλεσαν και τις αιτίες της αποδοχής της από το λαό, καθώς και το αν και πώς θα μπορούσε αυτή να αποφευχθεί. Έτσι έχουμε την εξέταση της επανάστασης όχι πλέον ως ένα νομικό φαινόμενο, αλλά ως ένα πολιτικο-κοινωνικό φαινόμενο.

ΜΕΡΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

-Επαναστάσεις:

Παπική (1075- 1122)
Γερμανική (1517)
Αγγλία (1649 Κρόμγουελ) και (1688 Ένδοξη επανάσταση ή Μεγάλη εξέγερση)
Αμερικανική (1775)
Γαλλική (1789)
Ελληνική (1821)
Κινήματα ανεξαρτησίας στη Λατινική Αμερική (19ος αι.)
Ρωσική (1917)
Κίνα (1949)
Κούβα (1959)

-Μεταρρυθμίσεις/ Eξέλιξη

Magna Carta Libertatum (1215)
Habeas Corpus (1679)
Μεταρρύθμιση (και κατά τη γνώμη πολλών επαναστατικό κίνημα)του Μ. Κεμάλ Ατατούρκ (1921-1923)
Μεταρρυθμίσεις στη Σοβιετική Ένωση από τον Μ. Γκορμπατσώφ
Μεταρρυθμίσεις στη Βενεζουέλα (2009-….)


  1. Δικαιοπαραγωγική εξουσία των βίαιων πολιτειακών μεταβολών

Μια γενικά αναγνωρισμένη από τη νομική επιστήμη αρχή είναι αυτή της δικαιοπαραγωγικής εξουσίας της επανάστασης:
« Ε π α ν ά σ τ α σ η π ο υ ε π ι κ ρ α τ ε ί δ η μ ι ο υ ρ γ ε ί δ ί κ α ι ο ».
Με άλλα λόγια, όταν μια επανάσταση επικρατήσει, δημιουργεί δίκαιο, το οποίο επιβάλλεται, επειδή ακριβώς η επανάσταση έχει τη δυνατότητα να το επιβάλει. Αυτή ακριβώς η δύναμη της επιβολής την καθιστά πηγή δικαίου, στο οποίο οφείλει κανείς να πειθαρχεί. Δεν εξετάζεται η νομική φύση αυτής καθεαυτής της επανάστασης. Αυτή είναι εξ ορισμού παράνομη, εφόσον ανατρέπει το προϋπάρχον δίκαιο, επιβάλλεται, έχει τη λαϊκή νομιμοποίηση, λοιπόν, και ασκεί εφεξής την εξουσία.
Δε θα μπορούσε, επομένως , να νοηθεί «νόμιμη» επανάσταση, αφού κάθε επαναστατικό κίνημα στρέφεται εναντίον του υπάρχοντος καθεστώτος. Ο μόνος χαρακτηρισμός που μπορεί να δοθεί από την άποψη της πολιτικής επιστήμης είναι σε «δίκαιη» ή «δικαιολογημένη» επανάσταση. Η επανάσταση κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Κατά κανόνα η δίκαιη επανάσταση έχει λαϊκή προέλευση ή συμμετοχή ή αποδοχή ή, έστω, λαϊκή ανοχή. Άρα και η επιβολή του δικαίου είναι ευκολότερη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι γίνεται και αμέσως, δηλ. ότι ταυτίζεται χρονικά η επικράτηση της επανάστασης με την καθολική αλλαγή του δικαίου. Γιατί η καθολική αλλαγή του προσκρούει σε δύο εμπόδια: Το πρώτο είναι η αντίδραση της παλιάς εξουσίας, η οποία έχει βαθειά ερείσματα και δύναμη ριζωμένη τόσο στο δίκαιό της όσο, και αυτό είναι και το πιο σημαντικό, στους μηχανισμούς της κρατικής εξουσίας, θεσμικούς και οικονομικούς. Η παλαιά τάξη δεν παραδίδει χωρίς αγώνα την εξουσία που μέχρι τώρα νεμόταν. Η επιτυχημένη επανάσταση χαρακτηρίζεται, όπως είπαμε, από την ικανότητά της να αναλάβει την εξουσία και να την ασκεί πραγματικά. Η θέσπιση νέου δικαίου και η δυνατότητα αλλαγής σε ευρεία έκταση του παλαιού δικαίου είναι το δεύτερο εμπόδιο, γιατί είναι μια μακροχρόνια και πολύπλοκη διαδικασία που πρέπει να επεκτείνεται σε όλο το φάσμα της κρατικής εξουσίας και όλων των λειτουργιών της. Μόνο όταν το δίκαιο αλλάξει σύμφωνα με τους σκοπούς της επανάστασης και λειτουργήσει σε όλες τις εκφάνσεις της κρατικής δράσης και λειτουργίας, έχουμε επιτυχημένη επανάσταση. Όταν, με άλλα λόγια, οι αντεπαναστατικές δυνάμεις αποδυναμωθούν και απομονωθούν, όταν επιβληθεί το νέο δίκαιο, οργανωθεί σύμφωνα με αυτό ο κρατικός μηχανισμός και γίνει συνειδητά η αποδοχή της νέας έννομης τάξης από το λαό. Αυτό το δεύτερο εμπόδιο, της ταχείας και άμεσης αλλαγής του παλαιού δικαίου είναι εγγενές της επανάστασης. Πράγματι, η επανάσταση επιδιώκει την ολική ή μερική κατάργηση του Συντάγματος, την αντικατάστασή του με άλλο και τη δημιουργία νέου δικαιικού συστήματος, στηριγμένου σ΄ αυτό. Η ολική κατάργηση του παλαιού Συντάγματος και η θέσπιση νέου είναι μια διαδικασία η οποία καταρχήν απαιτεί σχετικά σύντομο χρόνο. Δηλαδή η ταχύτητα αλλαγής του Συντάγματος είναι κάτι που εξαρτάται από τη βούληση κυρίως των ηγετών της νέας τάξης. Αυτό που απαιτεί μακροχρόνια προσπάθεια είναι η αλλαγή του συνολικού νομικού συστήματος, που θα καλύπτει όλο το φάσμα της δραστηριότητας του κράτους δηλ. τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημοσίου δικαίου. Βάσει της αρχής της Γενικής Πολιτειολογίας για την ενότητα και συνέχεια του κράτους, σε περίπτωση πολιτειακής μεταβολής το παλαιό δίκαιο εξακολουθεί να ισχύει, στο μέτρο που δεν έχει καταργηθεί ή δεν αντίκειται στο νέο δίκαιο. Ισχύει δηλ. και στην περίπτωση της επανάστασης η γενική αρχή του δικαίου «ο νεώτερος νόμος καταργεί τον παλαιότερο» ή αλλιώς το παλαιό δίκαιο εξακολουθεί να ισχύει έως ότου καταργηθεί από νεώτερο.
Ο Λένιν στο έργο του «Κράτος και επανάσταση» αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ακόμα και στην πρώτη του βαθμίδα ο κομμουνισμός δε μπορεί να είναι οικονομικά ολότελα ώριμος, ολότελα απαλλαγμένος από τις παραδόσεις ή τα ίχνη του καπιταλισμού ˑ ότι με αυτόν τον τρόπο εξηγείται και η διατήρηση του δικαίου της αστικής τάξης στην πρώτη φάση του κομμουνισμού…, γιατί το δίκαιο είναι (ένα) μηδέν χωρίς μηχανισμό ικανό να εξαναγκάζει να τηρείται. Παράδειγμα αυτής της θέσης είναι η ρύθμιση του θεσμού της κληρονομίας από το σοβιετικό κράτος, ο οποίος, ενώ καταργήθηκε το 1917, νομοθετήθηκε εντούτοις η δυνατότητα συνέχισης ισχύος των παλαιών κανόνων του τσαρικού κράτους για περιουσίες έως 10.000 χρυσά ρούβλια, μέχρι να καθιερωθεί νέο σύστημα διοίκησης των μικρών περιουσιών. Αυτό καθιερώθηκε, παρόλο που σε ένα από τα πρώτα διατάγματα της σοβιετικής κυβέρνησης των μπολσεβίκων προβλεπόταν η κατάργηση ολόκληρου του προεπαναστατικού δικαίου.
Να σημειώσουμε ακόμα ένα άλλο σημείο της επίδρασης της επανάστασης πάνω στο δικαιικό σύστημα: Ακόμα και αν μια επανάσταση δεν πετύχει, μπορεί να επηρεάσει τη μελλοντική διαμόρφωση του δικαίου. Πράγματι, ακόμα και οι αποτυχημένες εξεγέρσεις ή επαναστάσεις μπορούν να είναι γενεσιουργές αιτίες αλλαγής του δικαίου, με έμμεσο ή και με άμεσο τρόπο, και όχι μόνο στο κράτος που εκδηλώνεται η εξέγερση, αλλά και σε άλλα κράτη.
Έτσι, μετά τη Γαλλική και την Αμερικανική Επανάσταση, η Αγγλία διεύρυνε το δικαίωμα ψήφου (1832) στη μεσαία τάξη.
Η Ρωσική Επανάσταση και η εξάπλωση των σοσιαλιστικών ιδεών στην Ευρώπη του μεσοπολέμου, αλλά ιδίως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οδήγησε στην κατοχύρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων σε πολλά κράτη και στη διαμόρφωση του (αστικού) κοινωνικού κράτους.
Η αντίδραση των αποικιοκρατικών κρατών ήταν σε κάποιες περιπτώσεις πολύ μικρότερης έκτασης και έντασης μετά από τις επιτυχημένες επαναστάσεις και κινήματα ανεξαρτησίας, π.χ. μετά την ανεξαρτητοποίηση της Ινδίας, του Πακιστάν και της Αιγύπτου, αλλά και σε κάποιες μεγαλύτερης, όπως π.χ. μετά την εξέγερση των αλγερινών εναντίον της Γαλλίας, που οδήγησε σε αιματηρές συγκρούσεις αλλά και σε στέρηση πολλών αυτονόητων ανθρώπινων δικαιωμάτων στη Γαλλία.
Να σημειώσουμε ότι στις Η.Π.Α. η επίδραση του μαρξισμού και ο φόβος των κυβερνώντων για μελλοντική εξάπλωσή του και στο έδαφός τους, οδήγησε στην αντίδραση του καθεστώτος με θέσπιση νόμων, όπως αυτός για τη σύσταση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής αντιαμερικανικών δράσεων (1938) και στη συνέχεια, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε σειρά νομοθετικών μέτρων όπως π.χ. ο ειδικός νόμος 601, που σηματοδότησε και την έναρξη των γνωστών διώξεων αμερικανών και μη πολιτών, κυρίως διανοουμένων, για τους οποίους υπήρχε υποψία ότι ήταν μέλη κομμουνιστικών κομμάτων ή, έστω, συμπαθούντες ( η περίφημη περίοδος του « Μακαρθισμού»).

  1. Διεθνές Δίκαιο και βίαιες πολιτειακές μεταβολές.

Το διεθνές δίκαιο δέχεται την άποψη της Γενικής Πολιτειολογίας σχετικά με την ενότητα και τη συνέχεια του κράτους που προαναφέραμε. Ανεξάρτητα δηλ. από τις όποιες αλλαγές συμβούν στο εσωτερικό του, το κράτος παραμένει ως έχει, υποκείμενο του διεθνούς δικαίου, με την έννοια ότι το διεθνές δίκαιο δεν ενδιαφέρει η κρατική οργάνωση και ο τρόπος άσκησης της εξουσίας, αλλά η κρατική υπόσταση, ο κρατικά οργανωμένος λαός. Το πολίτευμα ενός κράτους και οι τυχόν αλλαγές του είναι ένα εσωτερικό ζήτημα και δεν επηρεάζει άμεσα τη σχέση του εν λόγω κράτους με τη διεθνή κοινότητα. Έμμεσα μπορεί να επηρεαστούν οι σχέσεις του κράτους με άλλα, εξαιτίας ακριβώς της μεταβολής του πολιτεύματος, αλλά αυτό είναι εκτός πεδίου ενδιαφέροντος του διεθνούς δικαίου υπό την έννοια της επίδρασης των μεταβολών που εξετάζουμε εδώ, δηλ . στην αντιμετώπιση των σχέσεων και υποχρεώσεών του με τη διεθνή κοινότητα συνολικά και όχι αν τυχόν επηρεάζονται οι διμερείς σχέσεις αυτού.

Τα κράτη, επομένως, δεν μπορούν να αρνούνται την εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεών τους και ιδίως αυτών που σχετίζονται με αποπληρωμή χρεών, επικαλούμενα τη θεμελιώδη μεταβολή του πολιτεύματός τους. Όμως στην ιστορία δυο φορές αυτό συνέβη. Συγκεκριμένα, η Γαλλία, το 1793, υπό ιακωβίνικη διακυβέρνηση, αρνήθηκε να εξοφλήσει τα χρέη του προηγούμενου μοναρχικού καθεστώτος , υποστηρίζοντας ότι «ένας ελεύθερος λαός δεν οφείλει να εξοφλήσει τα χρέη που έκανε ένας τύραννος». Η δε σοβιετική κυβέρνηση της Ρωσίας στη Διάσκεψη της Γένοβας το 1922 αρνήθηκε επίσης να πληρώσει τα χρέη της τσαρικής κυβέρνησης. Αντίθετα, η επαναστατική κυβέρνηση του Ατατούρκ στην Τουρκία δέχτηκε ότι είναι συνέχεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας και διάδοχος και των χρεών της.